Παρασκευή , 29 Μαρτίου 2024

Τι είναι αντίληψη επικινδυνότητας, τι αποκαλύπτει για τα αεροπλάνα που πέφτουν και γιατί αποτυγχάνει και αυτή…

Η αντίληψη επικινδυνότητας αναφέρεται στην διαχείριση όλων των παραγόντων και χαρακτηριστικών ενός κινδύνου σε σχέση με τον χρήστη μιας κατάστασης. Για παράδειγμα, το ηλεκτρικό ρεύμα που διέρχεται από μια καλωδίωση υψηλής τάσης είναι ο κίνδυνος, η επικινδυνότητα είναι η πιθανή επαφή του χρήστη με την καλωδίωση, και η αντίληψη της επικινδυνότητας είναι η διαχείριση που θα κάνει ο χρήστης λαμβάνοντας υπόψη του τα μέτρα ασφαλείας που διαθέτει, την κούραση, τις περιβαλλοντικές και οργανωσιακές συνθήκες, ή ακόμα και τον διαθέσιμο χρόνο να ολοκληρώσει τις εργασίες του.Του Δημητρίου Χιώνη

Πως εφαρμόζεται η αντίληψη επικινδυνότητας

Χαρακτηριστικά ιδιαίτερος χώρος όπου η αντίληψη επικινδυνότητας παίζει ρόλο είναι η αεροπορική βιομηχανία, εν μέσω των υπολοίπων πεδίων υψηλού κινδύνου (πχ. παραγωγή πυρηνικής ενέργειας). Με την εκτίμηση της επικινδυνότητας ο χρήστης είναι ικανός να διαχειριστεί τους κινδύνους στο αεροπορικό περιβάλλον, ανεξαρτήτου ειδικότητας. Για παράδειγμα, ο πιλότος απαιτείται να υπολογίσει την επικινδυνότητα του καιρού, του αυξημένου φόρτου του αεροσκάφους, ενώ ο τεχνικός χρειάζεται να διακρίνει την παραμικρή λεπτομέρεια των εξαρτημάτων και των φυσικών φθορώντους ώστε να κρίνει την συνέχιση της χρήσης τους. Η ελάχιστη απόκλιση στην απόδοση των χρηστών μπορεί να επιφέρει ζημιές μεγάλου χρηματικού κόστους έως και την απώλεια ζωών.

Στην περίπτωση ενός ατυχήματος διεξάγεται διερεύνηση σύμφωνα με το παράρτημα 13 (Annex 13) του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) και τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 996/2010. Οι διερευνήσεις έχουν ως μοναδικό στόχο τον εντοπισμό των παραγόντων που συνετέλεσαν στη δημιουργία ενός ατυχήματος ή συμβάντος και την έκδοση Συστάσεων Ασφαλείας ώστε, ύστερα από την εφαρμογή τους, να προλαμβάνονται παρόμοια ατυχήματα στο μέλλον. Ωστόσο, τα μοντέλα και τα διαθέσιμα εργαλεία εκτιμήσεων των αιτίων του ατυχήματος επαφίονται στα θεωρητικά μοντέλα που στηρίζονται και στις δεξιότητες των χρηστών τους.

Τι δείχνουν τα μοντέλα

Τα διαθέσιμα θεωρητικά μοντέλα προσέγγισης της ασφάλειας, χρονολογούμενα από τις αρχές του 20ου αιώνα έως τις μέρες μας, προσεγγίζουν διαφορετικά την αντίληψη επικινδυνότητας. Οι παράγοντες βάσει των μοντέλων μπορούν συνοψιστούν σε συναισθηματικούς, γνωστικούς, φυσιολογίας, και περιβαλλοντικούς. Συνολικά, οι συναισθηματικοί παράγοντες έρχονται τελευταίοι σε αντιπροσώπευση δεδομένου ότι απαιτείται ιδιαίτερη εκπαίδευση σε θέματα που άπτονται της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Τι δείχνει το παράδειγμα- πιλότος του Gulfstream G150

Για παράδειγμα, στις 31/10/2011 19:42, ένα αεροσκάφος τύπου GULFSTREAM G150 (εικόνα 1, 2) βγήκε εκτός διαδρόμου κατά την προσγείωση, με αποτέλεσμα σοβαρές ζημιές στο αεροσκάφος και τέσσερεις τραυματίες, εκ των οποίων ο ένας σοβαρά. O χειριστής προσεγγίζοντας το αεροδρόμιο έχασε την οπτική επαφή με τον διάδρομο και συνέχισε σε προσγείωση παρόλο που είχε αμφιβολία για την προσγείωση. Στη συνέχεια, δεν ακολουθήθηκαν οι κανονικές διαδικασίες προσγείωσης, καθυστέρησε η απόφαση του αν θα γίνει προσγείωση ή θα γίνει επαναπροσέγγιση, και δεν εφαρμόστηκαν οι διαδικασίες ανάγκης όταν τα φρένα δεν απέδωσαν. Ο τρόπος αναφοράς του ατυχήματος προσηλώνεται στους χειριστές με χρήση τεχνικών στοιχείων χωρίς ιδιαίτερες λεπτομέρειες για την κατάσταση των χειριστών σε προσωπικό και συναισθηματικό επίπεδο.

Συμπέρασμα

Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στον τρόπο διερεύνησης, δηλαδή δεν διερευνήθηκαν συναισθηματικοί παράγοντες, είτε στο ότι πραγματικά διερευνήθηκαν και δεν διαπιστώθηκαν. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν γίνεται αναφορά. Ένας πιθανός λόγος για αυτό είναι ότι οι διερευνήσεις σπάνια έχουν κάποιον ψυχολόγο με γνώσεις ανθρώπινου παράγοντα. Άλλος λόγος μπορεί να είναι ότι η εκπαίδευση των διερευνητών δεν δίνει έμφαση σε τέτοια ζητήματα, καθόσον από πολλούς θεωρούνται ιδιαίτερα υποκειμενικά. Συνεπώς, διαπιστώνεται η ανάγκη βαθύτερης διερεύνησης ως προς την αξία της προσθήκης ποιοτικών χαρακτηριστικών στα εφαρμοζόμενα μοντέλα διερεύνησης, την συνδρομή ειδικών και τον εμπλουτισμό των ήδη παρεχόμενων εκπαιδεύσεων των διερευνητών.

 

Δημήτριος Χιώνης, MSc Human Factors in Aviation, Υποψήφιος Διδάκτωρ Ψυχολογίας στο Bolton University

Shares