Πέμπτη , 28 Μαρτίου 2024
Τελευταία Νέα

Ιστορικό ρεκόρ στα κέρδη για τις πετρελαϊκές εταιρείες

Τα τρελά κέρδη των αμερικανικών πετρελαϊκών – Κερδίζουν φέτος σχεδόν όσο το ΑΕΠ της Ρωσίας ή δύο φορές το ΑΕΠ της Σαουδικής Αραβίας – Έβγαλαν 200,2 δισ. σε ένα τρίμηνο! – Γιατί οργίζεται ο Μπάιντεν – Πυροδοτεί η εκτόξευση του πετρελαίου πληθωρισμό και ύφεση; – Οφέλη και για τους εφοπλιστές με τάνκερ

Ο λύκος, λένε, στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Σε ένα περιβάλλον που είναι ο… ορισμός του αβέβαιου, ωστόσο, αυτοί που χαίρονται περισσότερο είναι οι πετρελαϊκές. Οι εταιρείες εξόρυξης και εμπορίου πετρελαιοειδών βλέπουν τα κέρδη τους να εκτοξεύονται, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη μοιάζουν σαν να αποτελούν την απάντηση στις προσευχές τους.

Ο “μαύρος χρυσός” προσφέρει… βουνά από χρυσάφι σε όσους τον κατέχουν, οδηγώντας τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές του πλανήτη σε ιστορικά ρεκόρ κερδοφορίας, μεγαλύτερα από κάθε άλλη εποχή της ανθρώπινης ιστορίας. Για το σύνολο του 2022, αναμένεται να έχουν καθαρά κέρδη ύψους 1,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Κατά τι λιγότερα δηλαδή από το ΑΕΠ της Ρωσίας (1,7 τρισ.), ίσα με το ΑΕΠ της Ισπανίας και, σχεδόν διπλάσια από το ΑΕΠ της χώρας που αποτελεί τον μεγαλύτερο πετρελαιοπαραγωγό του πλανήτη, της Σαουδικής Αραβίας.

Κατά κάποιο τρόπο, η κατάσταση, όπως διαμορφώνεται, μοιάζει στους μετόχους των εταιρειών αυτών ως μια “εκδίκηση” για όσα πέρασαν τα προηγούμενα χρόνια. Γιατί, ανεξάρτητα από το τι συνέβαινε στις διεθνείς αγορές, οι πετρελαϊκές έβλεπαν τα κέρδη τους να συμπιέζονται όχι μόνο λόγω της επιβράδυνσης -ή καλύτερα του πλήρους “παγώματος”- των μετακινήσεων και των δραστηριοτήτων που έφερε η πανδημία και τα lockdown. Αλλά κυρίως λόγω της μεταστροφής που έφερε στον επιχειρηματικό κόσμο η “επικράτηση” των ακτιβιστών-επενδυτών, καθώς πλέον οι επενδύσεις κατευθύνονται με βάση την περιβαλλοντική τους βιωσιμότητα. Ή, τουλάχιστον, έτσι γινόταν ως πρόσφατα. Η επιστροφή στην κερδοφορία λοιπόν, είναι η τέλεια εκδίκηση για τις πετρελαϊκές.

 

Βροχή δισεκατομμυρίων

Τι κερδίζουν όμως οι πετρελαϊκές και γιατί; Ας αρχίσουμε αντίστροφα. Είναι δύο οι παράγοντες οι οποίοι συμπιέζουν ανοδικά τα κέρδη των εταιρειών αυτών. Ο πρώτος, είναι η τιμή του μαύρου χρυσού αυτή καθεαυτή. Θυμηθείτε την έναρξη των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Όταν η Ρωσία εισέβαλλε στην Ουκρανία, η τιμή του πετρελαίου έφτασε και τα 140 δολάρια το βαρέλι. Οι εταιρείες του χώρου φυσικά επωφελήθηκαν από την άνοδο της τιμής, αλλά και από τις προβλέψεις αναλυτών, οι οποίοι διαβλέποντας την ενεργειακή κρίση που ερχόταν, προέβλεπαν τιμές οι οποίες και θα ξεπερνούσαν τα 200 δολάρια το βαρέλι. Αυτό, με τη σειρά του, προκαλούσε αυξημένες παραγγελίες πανικόβλητων πελατών που ήθελαν να προλάβουν το πετρέλαιο στην τρέχουσα τιμή, πριν εκτοξευθεί περαιτέρω, αλλά και εισροή επενδυτών, οι οποίοι έβλεπαν μια ιδανική ευκαιρία για γρήγορο κέρδος.

Ο δεύτερος παράγοντας είναι η ενεργειακή κρίση. Ο αποκλεισμός του ρωσικού φυσικού αερίου από το “παιχνίδι” στη γιγαντιαία αγορά της Δύσης, εκτόξευσε την τιμή του και, ως εκ τούτου, έφερε και έκρηξη στην τιμή της ενέργειας. Το πετρέλαιο είναι μια παλιά, δοκιμασμένη εναλλακτική λύση στην οποία ήδη προσφεύγουν ήδη αρκετοί παραγωγοί ενέργειας για περίπτωση ανάγκης, αλλά και ένα τεράστιο μέρος των πολιτών που προσπαθεί να γλιτώσει από τους υπέρογκους λογαριασμούς θέρμανσης τον χειμώνα. Με βάση το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, λοιπόν, ενώ καταγράφεται μια έκρηξη της ζήτησης, οι πετρελαιοπαραγωγοί παίρνουν την απόφαση να μειώσουν τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά (μειώνοντας την ημερήσια παραγωγή) με προφανή σκοπό το κέρδος. Έτσι ανεβάζουν τεχνητά την τιμή του πετρελαίου και τη διατηρούν στα επιθυμητά -γι’ αυτούς- επίπεδα.

Με αυτόν -και αρκετούς ακόμα- τρόπους, οι πετρελαϊκές βλέπουν φέτος τα δισεκατομμύρια των κερδών να ξεχειλίζουν από τα ταμεία τους και να πλημμυρίζουν τα θησαυροφυλάκιά τους, όπως συμβαίνει όταν μια γεώτρηση “χτυπάει” πετρελαιοπηγή. Πόσα είναι αυτά τα κέρδη; Μελέτη της S&P Global Commodity Insights, αναλύοντας τα κέρδη και τις εκτιμήσεις για το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, διαπιστώνει ότι το συνδυασμένο καθαρό εισόδημα των εισηγμένων στη χρηματαγορά εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου στις ΗΠΑ, φτάνει τα 200,24 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό το τιτάνιο ποσό, δεν αφορά τα έσοδα μόνο των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου, αλλά και μεσαίου μεγέθους ολοκληρωμένους ομίλους και μικρότερους ανεξάρτητους φορείς εκμετάλλευσης σχιστόλιθου. Βέβαια, τα 100 δισεκατομμύρια από αυτά, αφορούν τις 6 μεγαλύτερες πετρελαϊκές, έναντι 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων περίπου που κατέγραφαν το πρώτο τρίμηνο του έτους.

Το πόσο μεγάλα είναι τα κέρδη αυτά, μπορούμε να το δούμε από την περίπτωση της Exxon. Η εταιρεία ανέπτυξε περαιτέρω τα κέρδη της στα 19,7 δισεκατομμύρια δολάρια και στα 24,4 δισεκατομμύρια το τρίτο τρίμηνο του 2022. Αυτή -όπως σημείωσε και ο Αμερικανός πρόεδρος- είναι η μεγαλύτερη κερδοφορία που καταγράφει η πετρελαϊκή στα 152 χρόνια της ύπαρξής της, ενώ και η μετοχή της ανέβηκε κατά 3% στο ιστορικό υψηλό των 110,70 δολαρίων. Η Chevron, από την άλλη, αύξησε τα κέρδη της στο δεύτερο τρίμηνο του 2022 στα 11,2 δισεκατομμύρια δολάρια, έναντι 6,1 δισεκατομμυρίων το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Και η Shell, για το ίδιο διάστημα, μεγάλωσε την κερδοφορία της στα 9,45 δισεκατομμύρια δολάρια έναντι 4,13 δισεκατομμυρίων το αντίστοιχο διάστημα του περασμένου έτους.

 

Αλλά αυτή, είναι μόνο η αρχή. Γιατί, για το σύνολο του έτους, σύμφωνα με σημείωμα της Deloitte, οι αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες αναμένεται να καταγράψουν καθαρά κέρδη αυξημένα κατά 68% ανά βαρέλι. Συνολικά, το ποσό της κερδοφορίας φέτος για τις πετρελαϊκές που παράγουν περισσότερα από 5.000 βαρέλια ημερησίως, σύμφωνα με προηγούμενη μελέτη της εταιρείας, θα διπλασιαστεί, φτάνοντας τα 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια (εάν οι τιμές κινηθούν περί τα 104 δολάρια το βαρέλι) και η τάση αυτή ανάπτυξης της κερδοφορίας θα συνεχιστεί ως το 2030, αφήνοντας στα ταμεία των πετρελαϊκών άλλο 1,5 τρισεκατομμύριο δολάρια ως το 2030.

Οι Αμερικανοί παραγωγοί πετρελαίου είναι οι πιο ευνοημένοι της εποχής, αυξάνοντας το μερίδιό τους και ρίχνοντας παράλληλα αυτό της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής σε 30% τη διετία αυτή, από άνω του 50% τη δεκαετία 2010-2020. Αυτό συμβαίνει για έναν… περίεργο λόγο που έχει να κάνει με τον OPEC+. Όσο ο οργανισμός των πετρελαιοπαραγωγών χωρών μειώνει την ημερήσια παραγωγή για να αυξήσει την τιμή του πετρελαίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνουν τη δική τους παραγωγή για να συγκρατήσουν την τιμή και την παγκόσμια οικονομία. Γεγονός που έχει όμως -εκτός των άλλων- ως αποτέλεσμα το να πουλάνε μεγαλύτερες ποσότητες -στην ήδη υψηλή τιμή οι Αμερικανοί παραγωγή και να πουλάνε μικρότερες οι υπόλοιποι. Το γεγονός, ωστόσο, ότι οι αμερικανικές πετρελαϊκές έχουν “εξωφρενικά κέρδη” από την παραγωγή που ζητούν οι ΗΠΑ, αλλά δεν επενδύουν μέρος των κερδών στις ΗΠΑ, έχει εξοργίσει ως και τον πρόεδρο Μπάιντεν, ο οποίος τις απειλεί με έξτρα φόρους. Ο Αμερικανός Πρόεδρος λέει ότι εάν επένδυαν τα κέρδη τους στις ΗΠΑ, τότε η Αμερική θα μπορούσε να παράγει περισσότερο πετρέλαιο σήμερα και οι τιμές θα έπεφταν ακόμη περισσότερο.

Λεφτά υπάρχουν, λοιπόν στον κλάδο του πετρελαίου και το ερώτημα πού πάνε αυτά τα χρήματα. Κατά συντριπτική πλειοψηφία, οι CEOs των εταιρειών αυτών απαντούν ότι κατευθύνουν την τεράστια κερδοφορία στην πληρωμή μερισμάτων στους μετόχους (γεγονός που τις κάνει πιο ελκυστικές σε επενδυτές οι οποίοι βλέπουν μεγαλύτερες πιθανότητες μεγαλύτερων και γρηγορότερων κερδών από τους άλλους κλάδους), την αποπληρωμή του χρέους και εν συνεχεία σε επενδύσεις. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι ζημιές των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων που προκάλεσε το disruption της πανδημίας στις πετρελαϊκές την περασμένη διετία να “σβήνονται” και τους αναλυτές να αναμένουν ότι ο κλάδος θα έχει μηδενικό δανεισμό ως το 2024.

Οι επενδύσεις όμως, είναι η… απόλυτη εκδίκηση των πετρελαϊκών. Η μείωση των κερδών που έφερε η μεταστροφή προς την κατάργηση των ορκυτών καυσίμων για τη μείωση της περιβαλλοντικής ρύπανσης απλά ξεπερνιέται, ενώ οι πετρελαϊκές, οι οποίες φαίνονταν να μένουν πίσω στην κούρσα της ενεργειακής μετάβασης, έχουν τη δυνατότητα να βγουν μπροστά πια. Με επενδύσεις σε νέα καύσιμα, η Deloitte αναμένει ότι η βιομηχανία μπορεί να εκτοξεύσει τον green capex της από το 5% στο 30% τα επόμενα χρόνια, κάνοντάς τις ανταγωνιστικές ακόμα και σε μια εποχή εστιασμένη στην βιώσιμη ανάπτυξη.

 

Οργή… προέδρου

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι εταιρίες πετρελαίου βρίσκονται στο επίκεντρο επικρίσεων. Τον “χορό” άνοιξε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν. Ο πρόεδρος Μπάιντεν, με τη φράση “είμαι καταπιταλιστής, αλλά αρκετά πια”, επέρριψε ευθύνες στις εταιρείες για τις υψηλές τιμές πώλησης πετρελαίου και τον τρόπο που το συντηρούν, παρότι έχουν κέρδη-ρεκόρ εξαιτίας του πολέμου στην ουκρανία. Αφού μίλησε για τη βάναυση σύγκρουση που καταστρέφει την Ουκρανία και πλήττει δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, τόνισε ότι “η βιομηχανία πετρελαίου δεν έχει εκπληρώσει τη δέσμευσή της να επενδύσει στην Αμερική και να υποστηρίξει τον αμερικανικό λαό. Μεγάλες εταιρείες πετρελαίου ανέφεραν κέρδη ρεκόρ. Σε μια περίοδο πολέμου, κάθε εταιρεία που λαμβάνει ιστορικά απροσδόκητα κέρδη έχει την ευθύνη να ενεργήσει πέρα από το στενό προσωπικό συμφέρον των στελεχών και των μετόχων της”.

“Για μια επιχείρηση που έχει σκοπό ύπαρξης το κέρδος και την παροχή υπεραξιών για τους μετόχους της, πού είναι το κακό;”, θα αναρωτηθεί κανείς. Τον αντίλογο έχει έτοιμο ο επικεφαλής της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας (ΙΕΑ), Φατίχ Μπιρόλ, ο οποίος πήρε τη σκυτάλη από τον πρόεδρο Μπάιντεν και εξαπέλυσε κεραυνούς εναντίον των πετρελαϊκών. Τις κατηγόρησε, μάλιστα, στρέφοντας το δάχτυλο προς τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του OPEC+ ότι ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πληθωρισμού και σπρώχνουν την παγκόσμια οικονομία προς ύφεση με μοναδικό σκοπό να διατηρηθεί η κερδοφορία τους σε επίπεδα ρεκόρ. Μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο;

“Ναι”, λέει ο Μπιρόλ, εκφράζοντας την οργή του (και) για την απόφαση του OPEC και των συμμάχων του να μειώσει την ημερήσια παραγωγή του “μαύρου χρυσού” (κατά 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, παρά την περί του αντιθέτου άποψη των ΗΠΑ, οι οποίες έριξαν στην αγορά εκατομμύρια βαρέλια από το απόθεμα ασφαλείας τους για να συγκρατήσουν τις τιμές) τον Οκτώβριο, με σκοπό να ανεβάσουν την τιμή του πετρελαίου.

Ο Μπιρόλ λέει ότι η άνοδος των τιμών του πετρελαίου είναι κινητήριος μοχλός του πληθωρισμού. Και ότι το φλέρτ του βαρελιού πετρελαίου με τα 100 δολάρια αποτελεί κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία. Κατηγορεί τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες ότι κάθε άλλο παρά ηρεμούν τις αγορές, καθώς τέτοιες αποφάσεις, δηλαδή περικοπής της παραγωγής και πίεση των τιμών προς τα επάνω, “μπορεί να ασκήσει περαιτέρω ανοδική πίεση στον πληθωρισμό και να αποδυναμώσει την παγκόσμια οικονομία”.

 

“Απίστευτη αγορά” για τα τάνκερ- προς ρεκόρ 30ετίας

Στη διάρκεια των lockdown, όταν το πετρέλαιο δεν… χρειαζόταν σε σχεδόν κανέναν, Έλληνας εφοπλιστής εξηγούσε γιατί δεν ανησυχεί και γιατί επέμενε ότι η αγορά VLCC στην οποία είχε προηγουμένως προβεί ήταν επιτυχημένη. Έλεγε ότι “όπως η οικονομία, έτσι και η ναυτιλία κάνει κύκλους. Θα έρθει ξανά η ώρα που όλοι θα ζητούν και πάλι τα πλοία μας για να μεταφέρουν πετρέλαιο”. Ακόμα και στις ανήσυχες ερωτήσεις για την ενεργειακή μετάβαση και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, ο ίδιος πλοιοκτήτης απαντούσε ότι “σύντομα, πολύ σύντομα, τα τάνκερ θα αξίζουν περισσότερα”.

Πριν… πετεινός λαλήσαι, επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά, καθώς οι ναύλοι για τα τάνκερ κάνουν ράλι. Όπως οι πετρελαϊκές αυξάνουν τα κέρδη τους, έτσι και οι ναυτιλιακές που μεταφέρουν το πετρέλαιο σε κάθε γωνιά του πλανήτη, κρατώντας ζωντανή την παγκόσμια οικονομία, καταγράφουν αυξημένα κέρδη. Η αγορά των τάνκερ είναι “απίστευτα ισχυρή και έχει περαιτέρω δυνατότητες κατά το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σχολιάζει η Okeanis Eco Tankers της οικογένειας Αλαφούζου (ανακοίνωσε ανακοίνωσε κέρδη 18,9 εκατ. δολαρίων το τρίτο τρίμηνο του 2022 έναντι ζημιών 4,7 εκατ. δολαρίων την αντίστοιχη περυσινή περίοδο), αποδίδοντας τη δυνατή αγορά στον συνδυασμό της μείωσης των κινεζικών αποθεμάτων, των αυξημένων εισαγωγών αργού και της αύξησης των ποσοστών εξαγωγής προϊόντων, που υποστηρίζει το εμπόριο μεγάλων αποστάσεων, ωφελώντας σημαντικά τα VLCC, ενώ δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες για τα τάνκερ suezmaxes στη Δύση.

Όμως είναι και άλλοι οι παράγοντες. Οι σκληρότερες κυρώσεις σε τάνκερ που εμπλέκονται σε μεταφορά ρωσικού πετρελαίου ανεβάζει τους ναύλους, σε μια περίοδο που η ζήτηση αυξάνεται -και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω- σε μια εποχή που η ζήτηση αυξάνεται λόγω της επανεκκίνησης της παγκόσμιας οικονομίας μετά το disruption της πανδημίας.

Έτσι, τα τανκερ μεταφοράς πετρελαιοειδών αναμένεται το 2023 να έχουν τη μεγαλύτερη αύξηση ζήτησης των τελευταίων 30 ετών, καθώς η διαταραχή με τις μεταφορές ρωσικού πετρελαίου, μεγαλώνουν τις αποστάσεις που πρέπει να διανύσουν τα πλοία μεταφοράς υγρών καυσίμων. Η εταιρεία ναυλομεσιτών και αναλύσεων Clarkson Research Services αναμένει ότι τα τονομίλια (ο όγκος του μεταφερόμενου φορτίου επί την απόσταση που διανύει) θα αυξηθούν κατά 9,5% το ερχόμενο έτος, σηματοδοτώντας τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση του δείκτη για τον κλάδο των τάνκερ από το 1993.

Και όσο θα σκληραίνουν οι κυρώσεις στα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα -τον Φεβρουάριο θα ενεργοποιηθούν νέα- είναι δεδομένο ότι οι αποστάσεις μεταφοράς θα μεγαλώσουν και θα γίνουν ακόμα και 6 φορές μεγαλύτερες από τις σημερινές. Αυτό σημαίνει ότι τα τάνκερ θα γίνουν πιο δυσεύρετα και φυσικά πιο ακριβά. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι σήμερα, οι ναύλοι για τα τάνκερ που μεταφέρουν διϋλισμένα υγρά καύσιμα βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο τους από το 2008, ενώ τα κέρδη των πετρελαιοφόρων μεταφοράς αργού πλησιάζουν τα υψηλά του Μαϊου 2020.

 

Η ευκαιρία για την Ελλάδα

Τα υπερκέρδη των αμερικανικών πετρελαϊκών και η σταθερά υψηλή τιμή του πετρελαίου, κατά έναν τρόπο ευνοούν την Ελλάδα. Πιθανότατα, η αυξημένη διάθεση (και ικανότητα) των αμερικανικών πετρελαϊκών να επενδύσουν τεράστια ποσά στην ανακάλυψη και εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων που θα ικανοποιήσουν την παγκόσμια “δίψα” για υδρογονάνθρακες, αλλά και το γεγονός ότι η τιμή κάνει εκμεταλλεύσιμα και τα “δύσκολα”, μεγάλου βάθους κοιτάσματα, έπαιξε το ρόλο της στην επανενεργοποίησης του προγράμματος σεισμικών ερευνών.

Η ανακοίνωση του πρωθυπουργού για την έναρξη ερευνών και γεωτρήσεων στον ελλαδικό χώρο δεν είναι μόνο η φυσική εξέλιξη μιας διαδικασίας η οποία δεν προχωρούσε τα προηγούμενα χρόνια, παρότι θα μπορούσαν να έχουν γλιτώσει τη χώρα από πολλά δεινά. Αποτελούν το πρώτο βήμα για την εκπλήρωση ενός ονείρου: Να γίνει η Ελλάδα χώρα η οποία δεν θα καλύπτει από τις γεωτρήσεις τις ενεργειακές της ανάγκες, αλλά και θα είναι σε θέση να εξάγει υδρογονάνθρακες. Σε εποχές που συζητάται η ενεργειακή αυτονομία της Ευρώπης και αποδείχθηκε στην πράξη η σημασία της, ενώ όλος ο πλανήτης αναρωτιέται εάν η παγκόσμια οικονομία θα γυρίσει σε ύφεση, είναι αυτονόητο το ερώτημα για τους Έλληνες. Μπορεί η Ελλάδα να μετατραπεί σε… Νορβηγία, μια χώρα που είναι ενεργειακά αυτόνομη, έχει την πολυτέλεια να επενδύει σε ΑΠΕ και διαθέτει το μεγαλύτερο επενδυτικό ταμείο του κόσμου από τα έσοδα του πετρελαίου που εξάγει; Παράλληλα, η Ελλάδα, εκτός του ότι αποτελεί τον κύριο διάδρομο για το φυσικό αέριο στην Ευρώπη, με το “διαζύγιο” με τη Ρωσία και τις τεκτονικές ανακατατάξεις στον ενεργειακό χάρτη της Γηραιάς Ηπείρου, με τα κοιτάσματα και τη δυναμική των ΑΠΕ που διαθέτει μπορεί να παίξει έναν κομβικό ρόλο στην ενεργειακή αυτονομία και τον εφοδιασμό της ΕΕ.

Και ενώ η Exxon Mobil απλώνει καλώδια στην Κρήτη και η Helleniq Energy ετοιμάζεται για τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο, το 2023 θα μπει με ερευνητική γεώτρηση στα Ιωάννινα. Εκεί, ο υπουργός Ενέργειας, Κ. Σκρέκας, λέει ότι στο κοίτασμα όπου έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες από την Aegean, υπάρχει πιθανότητα να διαθέτει 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, που αντιστοιχούν σε 500 εκατ. μεγαβατώρες φυσικού αερίου. Εφόσον επαληθευτεί από τα πραγματικά δεδομένα, αυτό θα μπορούσε να καλύψει την κατανάλωση της Ελλάδος για 10 έτη.

Πηγή: protothema.gr

Shares