Πέμπτη , 28 Μαρτίου 2024

FT: Γιατί κάνουν λάθος όσοι θεωρούν τον Τραμπ… τελειωμένο…

Στο συνέδριο των Δημοκρατικών την περασμένη εβδομάδα υπήρχε ένα υπόγειο ρεύμα φόβου.

του Gideon Rachman στους FT (μετάφραση Euro2day)

Όμως το άγχος που ταλάνιζε το κόμμα δεν επικεντρώνονταν στις ανησυχίες ότι ο Ρεπουμπλικάνος Ντόναλντ Τραμπ μπορεί στην πραγματικότητα να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, αλλά στο ότι ο πρόεδρος θα τις «κλέψει» –σαμποτάροντας την ψήφο ή αρνούμενος να δεχθεί την ήττα του. Η κωμικός Σάρα Κούπερ, περιέγραψε περιληπτικά την επικρατούσα άποψη όταν είπε πως «ο Ντόναλντ Τραμπ γνωρίζει πως δεν μπορεί να κερδίσει δίκαια και τίμια». Άλλωστε, ο πρόεδρος έχει αρνηθεί να δεσμευτεί ότι θα δεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών.

Όμως, με το να επικεντρώνονται στον κίνδυνο της κλεμμένης ψηφοφορίας, οι Δημοκρατικοί κινδυνεύουν να υποβαθμίσουν έναν πιο συμβατικό κίνδυνο: να κερδίσει ο κ. Τραμπ χωρίς να «κλέψει».

Πράγματι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον Τζο Μπάιντεν, τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, να προηγείται κατά πολύ του κ. Τραμπ, και τον δείχνουν να προηγείται μήνες τώρα. Σε αυτούς που σημειώνουν πως οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν επίσης νίκη της Χίλαρι Κλίντον το 2016, υπενθυμίζεται πως το τρέχον μέσο προβάδισμα των περίπου 9 ποσοστιαίων μονάδων του κ. Μπάιντεν είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που είχε η κα Κλίντον.

Αλλά τα προβαδίσματα όπως αυτό που χαίρει επί του παρόντος ο κ. Μπάιντεν έχουν ξεπεραστεί στο παρελθόν. Το 1988 ο Δημοκρατικός Μάικλ Δουκάκης είχε προβάδισμα 17 μονάδων μετά το συνέδριο αλλά έχασε τον Νοέμβριο. Ο σύστημα του κολεγίου των εκλεκτόρων επίσης ευνοεί δομικά τους Ρεπουμπλικάνους, κάτι που σημαίνει πως ο κ. Μπάιντεν ίσως χρειαστεί να προηγηθεί με τέσσερις μονάδες στις εθνικές εκλογές για να είναι σίγουρος για τη νίκη.

Οι αγορές στοιχηματισμού οπωσδήποτε δεν προεξοφλούν την πιθανότητα μιας νίκης του κ. Τραμπ. Τα τελευταία στοιχήματα βάζουν τις πιθανότητες του προέδρου να επανεκλεγεί μεταξύ του 36% και του 43%

Τραμπ κατά Μπάιντεν

FT: Γιατί κάνουν λάθος όσοι θεωρούν τον Τραμπ… τελειωμένο

Ακόμα και ορισμένες από τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν τον κ. Μπάιντεν να προηγείται κατά πολύ, περιέχουν λεπτομέρειες που υποδηλώνουν ότι μπορεί να υπάρχει κρυφή στήριξη για τον πρόεδρο. Μια δημοσκόπηση που διενεργήθηκε στα μέσα Αυγούστου έδειξε τον κ. Μπάιντεν να έχει προβάδισμα 7 μονάδων. Όταν όμως ερωτήθηκαν οι ψηφοφόροι ποιον θεωρούν ότι στηρίζουν οι γείτονές τους, ο κ. Τραμπ προηγούνταν με πέντε μονάδες. Αυτό μπορεί να παραπέμπει στην ύπαρξη μιας ομάδας «ντροπαλών» υποστηρικτών του Τραμπ, που δεν θα παραδεχθούν στους δημοσκόπους με ποιόν τάσσονται. Μια άλλη δημοσκόπηση, που διενεργήθηκε τον Ιούλιο, έδειξε πως το 62% των Αμερικάνων συμφωνούν πως «το πολιτικό κλίμα αυτές τις ημέρες με αποτρέπει από το να λέω πράγματα που πιστεύω». Μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων, το ποσοστό αυτό ήταν 77%.

Ορισμένοι έμπειροι πολιτικοί των Δημοκρατικών στις πολιτείες-κλειδιά νοιώθουν νευρικότητα. Η Ντέμπι Ντίνγκελ,  βουλευτής του Μίσιγκαν, δήλωσε στην The Atlantic τον Ιούλιο πως μια δημοσκόπηση που έδειχνε τον κ. Μπάιντεν να προηγείται με 16 μονάδες στο Μίσιγκαν είναι «ανοησίες». Όπως σημείωσε η κα Ντίνγκελ, οι δημοσκοπήσεις του Μίσιγκαν προέβλεψαν επίσης νίκη για την κα Κλίντον το 2016. Σε εκείνη την περίπτωση, ο κ. Τραμπ κέρδισε με μικρό προβάδισμα –και ήταν η πρώτη φορά από το 1988 που Ρεπουμπλικάνος κέρδισε την πολιτεία αυτή.

Η βουλευτής σημείωσε επίσης τον αριθμό των πινακίδων «Blue Lives Matter» (σ.σ.: «αντικίνημα» στις ΗΠΑ που ζητά όσοι διώκονται και καταδικάζονται για τον φόνο ανθρώπων των δυνάμεων επιβολής του νόμου, να καταδικάζονται με τους νόμους που αφορούν στα εγκλήματα μίσους) που έχει δει στην περιφέρειά της. Συνόψισε τις ανησυχίες της για το αίσθημα των ψηφοφόρων παραθέτοντας μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έγινε viral: «νόμιζα πως ήμουν ένας απλός άνθρωπος. Αλλά γεννήθηκα λευκός σε οικογένεια με δυο γονείς, κάτι που τώρα πια με χαρακτηρίζει ως προνομιούχο, ρατσιστή και υπεύθυνο για την δουλεία».

Ακόμα και η παράθεση ενός τέτοιου κειμένου θα μπορούσε να είναι αμφιλεγόμενη στους κύκλους του Δημοκρατικού κόμματος –αφού ορισμένοι υποστηρικτές μπορεί να θεωρήσουν πως προσδίδει αξιοπιστία και σιωπηρή στήριξη σε ρατσιστικά αισθήματα. Οι Δημοκρατικοί αρχικά αντέδρασαν στην ήττα το 2016 με αποφασιστικότητα να ασχοληθούν με τα προβλήματα της λευκής εργατικής τάξης. Αλλά αυτό εκτοπίστηκε από την οργή για την συμπεριφορά του προέδρου –και από μια παθιασμένη επικέντρωση στη φυλετική αδικία.  

Αυτό, δυνητικά, δίνει στον κ. Τραμπ μια ευκαιρία. Η εκλογική του στρατηγική στοχεύει ακριβώς στην οργή και στην πικρία των λευκών ψηφοφόρων. Θα καλοδέχονταν μια εκλογική διαδικασία που θα επικεντρώνονταν στα ζητήματα της φυλής.

Ωστόσο, ο κ. Τραμπ αντιμετωπίζει τρομακτικά εμπόδια, πολλά εκ των οποίων τα έχει δημιουργήσει ο ίδιος. Η πανδημία του κορωνοϊού και ο υψηλός ρυθμός θανάτων έχουν εκθέσει άσχημα την διαχειριστική του ανικανότητα. Έχουν τονίσει επίσης τη σημασία ζητημάτων που μπορούν να εκμεταλλευτούν υπέρ τους οι Δημοκρατικοί, όπως η υγεία και η άδεια μετ’ αποδοχών. Ο πρόεδρος σχεδίαζε η προεκλογική του εκστρατεία να βασιστεί στην ισχυρή οικονομία, όμως η Covid-19 το σταμάτησε αυτό. Πρώην σύμβουλοι του κ. Τραμπ, όπως ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζον Μπόλτον, τον έχουν αποκηρύξει. Ο Στηβ Μπάνον, που «έτρεξε» την προεκλογική εκστρατεία του προέδρου το 2016, μόλις κατηγορήθηκε για απάτη (έχει δηλώσει αθώος).

Πολλοί Δημοκρατικοί δυσκολεύονται να καταλάβουν πώς θα μπορούσε κανείς να ψηφίσει τον κ. Τραμπ –υποθέτουν πως θα πρέπει να έχει να κάνει με τον ρατσισμό ή τη διανοητική υστέρηση. Αλλά αυτή ακριβώς η ανικανότητα να συμπονέσουν ή να καταλάβουν τους ανθρώπους εκείνους που σκέφτονται να ψηφίσουν υπέρ του προέδρου, είναι η μεγαλύτερη δυνητική αδυναμία των Δημοκρατικών.

Η εκστρατεία του Τραμπ θα κάνει ό,τι μπορεί για να πείσει τους βασικούς ψηφοφόρους του πως παραμένουν, όπως το έθεσε η κα Κλίντον, οι «άθλιοι» -μια κατεστραμμένη και περιφρονημένη ομάδα. Αυτή η στρατηγική της πικρίας ήταν αποτελεσματική στο παρελθόν.

Και δίνει στον κ. Τραμπ πιθανότητες να ξανακερδίσει.

Shares