Παρασκευή , 29 Μαρτίου 2024
Τελευταία Νέα

Ελλάδα και Μέση Ανατολή: Η τρέχουσα κατάσταση (Α’ Μέρος)…

Αρχές της δεκαετίας του 80, και εν όψει της νεότευκτης ένταξης της Ελλάδος στην ΕΟΚ, συζητούταν ευρέως για το ποιες είναι οι προοπτικές της χώρας μας στην ΕΟΚ, αλλά και το τι μπορούσε να προσφέρει η παρουσία της στην ΕΟΚ ως στρατηγικός εταίρος.

Γράφει ο Δημήτριος Ντόικος

Κάποιος δημοσιογράφος μέσα σε αυτό το πλαίσιο ρώτησε Ευρωπαίο διπλωμάτη, πέρασαν 40 χρόνια από τότε και δεν θυμάμαι πλέον τα ονόματα, εάν η είσοδος της Ελλάδος στην ΕΟΚ θα μπορούσε να προωθήσει πιο ενεργά την ευρωπαική πολιτική στην Μέση Ανατολή, και τι ρόλο θαμπορούσε να παίξει η χώρα μας. Η απάντηση του Ευρωπαίου διπλωμάτη ήταν λακωνική και σκληρή : Απολύτως καμμία. Η Ελλάδα δεν έχει δείξει ότι είναι χώρα που το δυναμικό της να διεκδικεί παρουσία και ρόλο σε τόσο εκτεταμένη και δύσκολη περιοχή όπως η Μέση Ανατολή, ενώ για την συγκεκριμένη περιοχή ακόμη και η γενική πολιτική της ΕΟΚ υπαγορεύεται σε γενικά πλαίσια τα οποία είναι στενά και καθορισμένα από εξωγενείς παράγοντες. Εκτοτε πέρασαν 40 χρόνια, ο Ψυχρός πόλεμος τελείωσε, νέες προοπτικές αναδύονται στην περιοχή, καθώς επίσης διαμορφώνονται και νέες καταστάσεις.

Όπως και κατά την δεκαετία του 90 ήταν ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος πόλεμος η αιτία να ασχοληθεί η χώρα μας ενεργότερα με την Βαλκανική – ακόμη περισσότερο που τα ζητήματα του Μακεδονικού και της Βορείου Ηπείρου μας έσπρωχναν σχεδόν να ασχοληθούμε- έτσι και τώρα ήταν το τουρκολιβυκό σύμφωνο για τον καθορισμό της μεταξύ τους ΑΟΖ η αιτία να ξυπνήσουμε από τον λήθαργό μας και να κινηθούμε ενεργότερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ένα αίνιγμα για δυνατούς λύτες.

Γενική εικόνα της Μέσης Ανατολής.

Εν αρχή ήταν η άμμος και λίγο νερό. Οι άνθρωποι, μόνιμα εγκατεστημένοι και νομάδςες προσπαθούσαν να βρούνε τρόπους να συνυπάρξουν με αυτό το πρόβλημα. Μετά ήρθε το πετρέλαιο. Όλος ο κόσμος προσπαθούσε να βρει τρόπο να συνυπάρξει με αυτό το αγαθό των Αράβων, μετατρέποντας το σε δικό του πρόβλημα.

“ Το πετρελαιο είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε στα χέρια των Αράβων”, είχε πει κάποτε ο αρχιτέκτονας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής Χένρυ Κίσσινγκερ, κι έτσι η τύχη των αραβικών λαών σφραγίστηκε ως σήμερα.

Η συνταγή ήταν η γνωστή. Όποιος ηγεμόνας ή Πρόεδρος μιας χώρας αφήνει την ροή του μαύρου χρυσού ανενόχλητη, παραμένει στην καρέκλα του και του κάνουμε δώρα. Ακόμη καλύτερα αν δίνει συμβόλαια σε δικές μας εταιρίες. Το αν τον ψηφίζει ο λαός του ή όχι, αν ακολουθεί δημοκρατικές διαδικασίες στην διακυβέρνησή του ή όχι, είναι αδιάφορο. Αλλίμονο όμως αν κάποιος διανοηθεί να λοξοκυττάξει αλλού, να κανει “διορθωτικές” κινήσεις στην τιμή, ή να δώσει αλλού τα συμβόλαια εξώρυξης. Θα στιγματιστεί ως δικτάτορας, ή θα προκύψει κάποιο εσωτερικό πραξικόπημα από διάφορες “προοδευτικές” δυνάμεις…

Ενα επιπλέον πρόβλημα που προέκυψε στην περιοχή, ήταν η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, το οποίο επέτρεψε την επιστροφή των απανταχού Εβραίων στην πατρογονική τους γη από όπου είχαν εκδιωχθεί 20 αιώνες πριν. Η πρωτοβουλία αυτή χαίρει θαυμασμού από την μία πλευρά, ειδικά αν αναλογιστούμε την βασανιστική πορεία του εβραικού λαού ανά τους αιώνες, δημιουργεί όμως και ένα τεράστιο πρόβλημα από την άλλη πλευρά, το οποίο επικεντρώνεται στην αντίδραση του ήδη εγκατεστημένου λαού σε αυτή την περιοχή, των Αράβων δηλαδή που αυτοαποκαλούνται Παλαιστίνιοι, και που εν πολλοίς αναγκάστηκαν να χάσουν τις περιουσίες τους που διέθεταν στην περιοχή. Οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, πρωτίστως ΗΠΑ, Μεγαλη Βρεττανια, προσπάθησαν να κρατήσουν υπό την επιρροή τους τους Αραβες ηγεμόνες των χωρών ειδικά που είχαν πετρέλαια, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Ιράκ, Ομάν, Εμιράτα, Μπαχρέιν,Κατάρ, και την Ιορδανια, οι ίδιοι όμως αυτοί οι ηγέτες έπρεπε να κάνουν το μεγαλύτερο σπαγκάτο της σύγχρονης πολιτικής και διπλωματίας ευρισκόμενοι ανάμεσα στην δυτική προστασία, και στην λαική αντίδραση των πληθυσμών τους οι οποίοι ζητούσαν μία λύση στο θέμα των Παλαιστινίων, λύση η οποία δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από το Ισραήλ. Αποτέλεσμα αυτού του σπαγγάτου, ήταν η διείσδυση ριζοσπαστικών ισλαμικών ιδεών μέσω διαφόρων κινημάτων, με προεξάρχοντα τους Αδερφούς Μουσουλμάνους. Η εμπέδωσή τους πάνω στο λαικό αίσθημα, ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο από την διάβρωση και αποδόμηση που υπέστησαν οι σοσσιαλιστικές θεωρίες οι οποίες κυριαρχούσαν ως το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σε μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης και της νεολαίας, και που αποκρυστάλλωσή τους είχαν βρει στο εθνοσοσσιαλιστικό κίνημα των Νασσερικών σε Αίγυπτο, Λιβύη, Υεμένη, όπως και των Μπααθικών σε Συρία, Ιράκ. Με την ιδεολογία μπορεί κανείς να τα βάλει, με τον Θεό όμως όχι. Κι έτσι δημιουργήθηκε η ριζοσπαστική ισλαμική αντίδραση,η οποία έλαβε διαστάσεις μόδας πλέον στην ανήσυχη και διαρκώς αυξανόμενη νεολαία των αραβικών κρατών.
Οι ηγεσίες των αραβικών κρατών στην αρχή θεώρησαν ότι έπρεπε να εισακούσουν τις επιθυμίες των λαών τους για απόδοση δικαιοσύνης στην περίπτωση των Παλαιστινίων, αλλά η πραγματοποίηση αυτών των επιθυμιών στο πεδίο της μάχης έμεινε νεκρό γράμμα. Αποτέλεσμα μάλλιστα αυτών των πολέμων ανάμεσα σε Αραβες και Ισραήλ ήταν η φυγή μεγάλου μέρους του παλαιστινιακού πληθυσμού στα γειτονικά κράτη της Αιγύπτου, Λιβάνου, Ιορδανίας, Συρίας, γεγονός που εισήγαγε νέα προβλήματα στις ήδη προβληματικές αυτές χώρες, σε σημείο μάλλιστα σε κάποιες από αυτές, Ιορδανία, Λίβανο συγκεκριμένα,να αλλάξει ακόμη και την πληυθσμιακή δομή τους.

Το βεβαρυμένο αυτό παρελθόν ήταν αρκετό ώστε με την οικονομική κρίση που ξέσπασε το 10, να οδηγήσει σε σειρά εξεγέρσεων οι οποίες λειτούργησαν ως μοχλοί ανατροπής πάγιων καταστάσεων στην Μέση Ανατολή γενικά. Κατά περίεργο τρόπο οι εξεγέρσεις έλαβαν μέρος σε χώρες όπου οι κυβερνήσεις τους ήταν ασταθείς κρίκοι κατά την κρίση της διοίκησης Ομπάμα. Τυνησία, Αίγυπτος, Λιβύη, Συρία. Μία ακόμη εξέγερση, αυτή της σιιτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού του Μπαχρέιν το 2011, πνίγηκε στο αίμα κατόπιν έγκαιρης παρέμβασης των σαουδαραβικών δυνάμεων, γεγονός που ουδόλως ταλαιπώρησε τα διεθνή ΜΜΕ. Τα πράγματα θα έβαιναν ομαλά μετά το τέλος του Καντάφι, αν δεν συμφωνούσε και ο Ασσαντ με τα σχέδια ανατροπής του. Θέτοντας βέτο στον σχεδιαζόμενο αγωγό από τον Κόλπο, έθεσε εαυτόν στο έλεος της εξέγερσης. Και η επιμονή του να παραμείνει στην εξουσία έδωσε την ευκαιρία στην Ρωσσία να ξανακάνει δυναμικά την εμφάνισή της στο προσκήνιο, θέτοντας νέα δεδομένα και προβληματισμούς, ιδιαίτερα στον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος είχε σχεδιάσει μία διαφορετική εικόνα της Συρίας ως τότε. Προκειμένου να διατηρήσει έστω και ψύγματα από αυτή την μαγική εικόνα που είχε σχεδιάσει για την Συρία, αναγκάστηκε να προωθήσει την χώρα του δυναμικά στο προσκήνιο της κρίσης μέσω στρατιωτικής παρουσίας, πράγμα που έκανε τους λοιπούς Αραβες να αναρωτιούνται αν έσκαψαν τον λάκκο μόνοι τους, και εάν θα έπρεπε ίσως να ξανασκεφτούνε την όλη κατάσταση. Ετσι ανακάλυψαν ότι το Ισραήλ δεν είναι και τόσο αντιπαθητικό όσο θέλανε κάποιοι Αραβες να το παρουσιάζουνε, ότι το Κατάρ είναι αρκετά ενοχλητικό με το κανάλι του το περίφημο Αλ Τζαζίρα και τις φιλικές του διαθέσεις προς την Τουρκία, ότι οι Αδερφοί Μουσουλμάνοι είναι όντως ανεδαφικοί και πάσχουν από έλλειψη ρεαλισμού, ότι ο Ασσαντ δεν είναι και τόσο δικτάτορας όσο λέγανε, ούτε αξίζει και τον κόπο να ασχολούνται περαιτέρω με την ανατροπή του, και ότι τέλος πάντων η Ρωσσία θα μπορούσε να είναι ένας επικοδομητικός συνομιλητής πάνω σε σημαντικά ζητήματα. Φτάσαμε έτσι στο σημείο να έχουμε σχηματισμένους δύο συνασπισμούς, των οποίων οι παρατάξεις να αποκλίνουν μερικά ως προς τους κεντρικούς στόχους των μελών τους. Ο ένας συνασπισμός κάπως παρακινδινευμένα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί φιλοδυτικός, περιλαμαβάνοντας την Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, και ο έτερος συνασπισμός που περιλαμβάνει την Ρωσσία, το Ιράν, τη Τουρκία, το Κατάρ, την επίσημα αναγνωρισμένη λιβυκή κυβέρνηση του Σαρρατζ, ενώ η Συρία είναι σύμμαχος της Ρωσσίας και του Ιράν, αλλά αντίπαλος της Τουρκίας. Ο Λίβανος είνα για άλλη μια φορά στην δίνη μιας κρίσης, με ασταθή αν όχι ανύπαρκτη κυβέρνηση, ενώ η Ιορδανία που θα ήταν πάντοτε από τους βασικότερους συμμάχους της Δύσης, πλέον ταλαντεύεται υπό την πίεση της κοινής γνώμης εν όψειν της προσάρτησης της Δυτικής Όχθης που ανήγγειλε ο Ισραηλινός πρωυθπουργός κ. Νετανιάχου. Η κόντρα λαμβάνει και θρησκευτικές διαστάσεις έχοντας υπόψιν την επεκτατική δράση του σιιτικού Ιράν τόσο στην Συρία όπου ουσιαστικά έσωσε τον Αλεβίτη, Σιίτη δηλαδή Προέδρο Ασσαντ, όσο και στην Υεμένη όπου στηρίζει τους Σιίτες αντάρτες, ενώ είναι γνωστή η στήριξή του προς την σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ του Λιβάνου. Σημειωτέον ότι οι Σιίτες του Λιβλανου με την πληθυσμιακή τους αύξηση έχουν καταστεί στην πολυπληθέστερη ομάδα της χώρας πλέον. Στον αντίποδα οι σουνίτες Σαουδάραβες μαζί με τα Εμιράτα έχουν μονίμως τον φόβο της σιιτικής μειονότητας στην Σ.Αραβία και στο Μπαχρέιν, αποδοκιμάζουν το Κίνημα Αδερφών Μουσουλμάνων ως φθοροποιό στοιχείο στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, τρέμουν την ιρανική επέκταση η οποία ενσωμάτωσε το Ιρακ στην σφαίρα της, αλλά φοβούνται και τις υπέρμετρες φιλοδοξίες της Τουρκίας, η οποία απαιτεί για τον εαυτό της τον ρόλο του προστάτη του σουνιτικού Ισλάμ. Και στην μέση η Ρωσσία να προσπαθεί να βρει ένα modus vivendi με την ασταθή σύμμαχο Τουρκία, τον προστατευόμενό της Ασσαντ, τον έτερο προστατευόμενο της Χάφταρ, και το Ιράν, θέλοντας παράλληλα να διατηρήσει τις καλές της σχέσεις με την Σ. Αραβία οι οποίες απειλούσαν να αλλάξουν τις ισορροπίες των πετρελαικών τιμών για την Δύση. Πιο μπερδεμένα τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι. Και σαν κερασάκι στην τούρτα ήρθε ο κορονοιός, ο οποίος απειλεί με κατάρρευση τις οικονομίες των περιοχών μαζί με τα πολιτικά τους συστήματα.

Οι βασικοί πρωταγωνιστές.

Α) Τουρκία

Η Τουρκία είναι όχι μόνον μία από τις ισχυρότερες δυνάμεις της περιοχής τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά, αλλά είναι και η χώρα με τις μεγαλύτερες φιλιοδοξίες στην περιοχή. Εχοντας το οθωμανικό αυτοκρατορικό παρελθόν ως κληρονομιά, η πολιτική ελίτ της χώρας νοιώθει την υποχρέωση να βαδίσει πάνω στα ίχνη της. Η τωρινή κυβέρνηση της χώρας της οποίας επικεφαλής βρίσκεται ο ηγέτης του Ισλαμικού κόμματος ΑΚΠ Ταγίπ Ε ρντογάν, έθεσε τις βάσεις μίας ευρύτερης στρατηγικής στην περιοχή με γνώμονα την θρησκεία. Η Τουρκία παρουσιάζεται από τα τουρκικά ΜΜΕ ως η προστάτιδα δύναμη των Σουνιτών μουσουλμάνων, χρηματοδοτεί υπεράριθμα ισλαμικά κέντρα σπουδών και φιλανθρωπικά ιδρύματα, και δεν κρύβει την φιλοδοξία του ηγέτη της να επανιδρύσει το Χαλιφάτο, του οποίου επικεφαλής θα είναι ο ίδιος. Οι νεοοθωμανικές του φιλοδοξίες φοβίζουν αρκετά πλέον πολλά κράτη της περιοχής, τα οποία όμως δεν βρίσκονται και στην ακμή των πολιτικών και οικονομικών τους δυνάμεων πια. Ο Ερντογάν έχει συσπειρώσει το μεγαλύτερο τμήμα του τουρκικού λαού δίπλα του, έχοντας καταπολεμήσει επιτυχώς την σχεδόν φεουδαρχική εξουσία που ασκούσαν στην τουρκική οικονομία οι μεγαλοεργολάβοι ως τις αρχές του αιώνα, γεγονός το οποίο επέτρεψε την ανάδειξη νέων δυνάμεων στην τουρκική οικονομία, δυνάμεων που απελευθέρωσαν μια πρωτοφανή δυναμική, με αποτέλεσμα η Τουρκία πλέον να κατατάσεται στην 13η οικονομία σε παγκόσμια κλίμακα το 2016. Αυτή η άνοδος επέτρεψε στην Τουρκία να ενισχύσει τιςφιλοδοξίες της, οι οποίες εκτός των άλλων βασίστηκαν και σε μία διαρκώς ισχυρότερη αμυντική βιομηχανία, η οποία έφτασε να παράγει πλέον τομεγαλύτερο τμήμα των στρατιωτικών αναγκών της χώρας.
Οι προοπτικές αυτές ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες του τουρκικού κατεστημένου. Η Τουρκία επί Ερντογάν αποφάσισε να δείξει ανοικτά στους συμμάχους της και μη, ότι έχει σκοπό να ακολουθήσει την επιδίωξη των φιλοδοξιών της με κάθε αντίτιμο, έστω και αν αυτό την φέρει σε αντιπαράθεση με μεγάλες δυνάμεις, είτε είναι ΗΠΑ, είτε Ρωσσία, είτε ΕΕ. Γνωρίζοντας άλλωστε την στρατηγική σημασία που λαμβάνει στον χάρτη, η Τουρκία ξέρει πως έχει μεγάλα περιθώρια ελιγμών πριν αποφασίσει κάποια μεγάλη δύναμη να αντιδράσει.
Στην προσπάθεια επίτευξης των νεοοθωμανικών της σχεδίων αναμείχθηκε ενεργά στον συριακό εμφύλιο πόλεμο στηρίζοντας τους Τζιχαντιστές αντάρτες που μάχοταν τον Ασσαντ, καθώς κατέλαβε στρατιωτικά και κάπου 6.000 τετρ. χιλιόμετρα του συριακού εδάφους, προκειμένου να στεγάσει τους Τζιχαντιστές που κατέρρεαν. Προκειμένου να το πετύχει αυτό, χρεριάστηκε την συγκατάθεση και στήριξη της Ρωσσίας, η οποία αν και σύμμαχος του Ασσαντ, ευχαρίστως θα πρόσθετε ένα προγεφύρωμα στην περιοχή μέσω της Τουρκίας.
Οι κινήσεις αυτές θορύβησαν τις δυνάμεις του Κόλπου Σαουδική Αραβία και Εμιράτα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας άτυπος συνασπισμός εναντίον της Τουρκίας, συνασπισμός ο οποίος παγιώθηκε ιδιαίτερα μετά τον αποκλεισμό των χωρών του Κόλπου στο ανυπάκουο Κατάρ. Σε αυτό τον αποκλεισμό το Κατάρ βρήκε στην Τουρκία τον πολυτιμότερο σύμμαχο, ένας σύμμαχος που εξαργύρωσε στο έπακρο την βοήθεια του μέσω σημαντικών οικονομικών ενισχύσεων, αλλά επίσης και με την εγκατάσταση μιας στρατιωτικής βάσης του τουρκικού στρατού στο έδαφος του Κατάρ.
Αν στην Ασία τα πράγματα είναι λίγο πολύ στενά για άσκηση γεωπολιτικών παιχνιδιών απέναντι σε ισχυρούς αντιπάλους, στην Αφρική ο Ερντογάν βρήκε πεδίο δράσης λαμπρό. Ο Ερντογάν ήταν ο πρώτος ηγέτης κράτους που επισκέφθηκε την σομαλική πρωτεύουσα Μογκαντίσου όταν ακόμη η πόλη ήταν ερειπωμένη και οι καπνοί των μαχών ήταν ακόμη ορατοί. Εχοντας δώσει σε ανθρωπιστική βοήθεια πάνω από 600$ εκ, πήρε ως αντάλλαγμα μία στρατιωτική βάση στην χώρα. Επίσης στι Σουδάν πέτυχε άλλη μία συμφωνία για στρατιωτική βάση με τον πρώην πρόεδρο της χώρας Αλ Μπασίρ, η οποία δεν πρόλαβε να δει την πραγματοποίηση της εξαιτίας της ανατροπής του Σουδανού προέδρου. Παρόλα αυτά κράτησε το δικαίωμα συντήρησης της παλαιάς οθωμανικής πόλεως του Σουακίν, η οποία βρλισκεται σε στρατηγικό σημείο στην σουδανική ακτή.
Η μεγάλη κίνηση όμως του Ερντογάν που άλλαξε τα δεδομένα,ήταν η στήριξη του σχεδόν πεσμένου στο καναβάτσο προέδρου της Λιβύης Σάρατζ, γεγονός που κατέστησε την Τουρκία σε κυριότερο πρωταγωνιστή στην πολύπαθη χώρα της Λιβύης, και του δίνει το δικαίωμα να διεκδικεί την κυριαρχία σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο. Η κυβέρνηση Σάρατζ κατέστη πιόνι της Τουρκίας, η οποία εξασφάλισε δύο στρατιωτικές βάσεις στην χώρα, και μία διμερή συμφωνία για καθορισμό της ΑΟΖ, μιας ΑΟΖ που ουσιαστικά θέτει την Ελλάδα στο περιθώριο, αν τελικά ισχύσει. Εν κατακλείδι, γίνεται φανερό ότι η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα που την καθιστούν περιφερειακή δύναμη, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα το ρίσκο να έχει απέναντί της ισχυρούς εχθρούς. Μένει να δούμε αν αυτές οι κινήσεις είναι αποτέλεσμα λάθος εκτιμήσεων και υπέρμετρων φιλοδοξιών, ή στρατηγικά στοχευμένων κινήσεων. Στις τελευταιες διαδηλώσεις που έλαβαν μέρος στον πολύπαθο Λίβανο, οι διαδηλωτές κράδαιναν τούρκικες σημαίες, κίνηση η οποία δείχνει και την απήχηση που έχουν στην περιοχή οι πρωτοβουλίες του Ερντογάν.

2) Σαουδική Αραβία

Η πλουσιότερη χώρα της περιοχής, και μία από τις πλουσιότερες στον κόσμο, ανακάλυψε ότι έχει προβλήματα που αγγίζουν την ασφάλειά της. Το βασίλειο των Σαούντις βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Ο βασιλιάς έχει φτάσει αισίως τα 84, η άσκηση των καθηκόντων του τον κούρασε, και ο πρίγκηπας Μοχάμμαντ μπιν Σαλμάν ανέλαβε το βαρύ έργο να τον ξεκουράσει. Αφού πρώτα απέκλεισε από την διαδοχή το 2017 τον ως τότε επίσημο διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Ναγέφ που ήταν και αδερφός του, αποφάσισε να λύσει τα προβλήματα διαφθοράς στην χώρα. Μετά από την σύλληψη περισσότερων από 300 μέλη της κρατικής ελίτ, ακόμη και της ίδιας της οικογένειας των Σαούντ, κατάφερε να θέσει ένα τέλος στην διοαφθορά αφήνοντας τους ελεύθερους προς 107$ δις συνολικού ποσού αποζημίωσης. Εκτοτε ο επίσημος διάδοχος και ουσιαστικός κυβερνήτης έχει επιδοθεί σε έναν αγώνα εκμοντερνισμού του βασιλείου. Περισσότερα δικαιώματα στις γυναίκες, χαλάρωση των διαδικασιών εισόδου στην χώρα για τους τουρίστες,, άνοιγμα της χώρας σε ξένους, διαφοροποίηση της οικονομίας από τα πετρελαικά έσοδα, αλλά ακόμη και μία ηθική μεταρρύθμιση της χώρας, μιας χώρας όπου οι κάτοικοι συνήθισαν να μην εργάζονται, είναι μία σειρά από μέτρα και σχέδια που έχει εκπονήσει ο διάδοχος για το μέλλον του βασιλείου του, και τα οποία ευελπιστεί να οδηγήσουν την χώρα του στην πρώτη γραμμή της πρωτοπορίας του 21 αιώνα. Η ατυχία για τον διάδοχο έιναι ότι οι καιροί εμφανίζονται εχθρικοί στα σχέδιά του.
Η χώρα για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του βασιλείου, αρχίζει να νοιώθει τα σημάδια μιας οικονομικής κρίσης. Οι τιμές του πετρελαίου άρχισαν να πέφτουν, με αποκορύφωμα το γκρέμισμά τους αρχές του έτους. Για να μπορεί η χώρα να έχει έναν ισοσκελισμένο προυπολογισμό χρειάζεται οι τιμές του μαύρου χρυσού να βρίσκονται στα 76$ τουλάχιστον, όταν αυτή την στιγμή δεν ξεπερνάνε τα 30$. Σε συνδυασμό με την πανδημία του κορονοιού, το βασίλειο εκτιμάται ότι θα έχει ένα ετήσιο έλλειμα στον προυπολογισμό της τάξεως των 112$ δις. Το ΔΝΤ υπολογίζει μία μείωση του ΑΕΠ κατά 2,3%. Τα έσοδα από το Χατζ στην Μέκκα που υπολογίζονται κάπου στα 20$ δις δεν θα έρθουν φέτος λόγω πανδημίας, ενώ ο πόλεμος που χρηματοδοτεί η χώρα στην Υεμένη συνεχώς καταβροχθίζει αμέτρητα ποσά. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αυξήσει τον ΦΠΑ από 5% σε 15% από τον Ιούλη, ενώ καταργούνται όλα ανεξαιρέτως τα επιδόματα σε δημοσίους υπαλλήλους και στρατιωτικούς. Σε μία κίνηση τόσο εκσυγχρονισμού όσο και οικονομικού ελιγμού, η κυβέρνηση αποφάσισε να μετοχοποιήσει ένα 5% της κρατικής της εταιρίας πετρελαίων, της κραταιάς ARAMCO. Η εισαγωγή της όμως στο χρημαρτιστήριο μακράν απείχε από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Η επιδείνωση της οικονομίας απειλεί να εξελιχθεί σε εφιάλτη για την πολιτική κατάσταση στην χώρα αν συνεχιστεί. Οι υπήκοοι του βασιλείου έμαθαν να μην αμφισβητούν ποτέ την εξουσία της δυναστείας, και σε αντάλλαγμα απολαμβάνουν προνομίων που κανένα άλλο κράτος δεν μπορεί να παράσχει. Δωρεάν σπουδές στο εξωτερικό, δωρεάν νοσηλεία στο εξωτερικό σε ιδιωτικές κλινικές, είναι προνόμια που κοστίζουν, και που ο νυν διάδοχος αποφάσισε να καταργήσει. Αναμένεται να δούμε την αντίδραση των υπηκόων. Παρόλα αυτά, το βασίλειο διαθέτει ακόμη μεγάλα αποθέματα ρευστού χρήματος, μόνον τα επενδυτικά Funds της χώρας ανέρχονται σε 320$ δις.
Μία άλλη πλευρά που εμπνέει ανησυχία στον διάδοχο του σαουδαραβικού θρόνου, είναι οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή. Το Ιράν αναδεικνύεται μέσω της προστασίας των απανταχού Σιιτών της Μέσης Ανατολής, σε περιφερειακή δύναμη. Με την ανάμειξή του στην Συρία υπέρ του Ασσαντ, στον Λίβανο υπέρ της Χεζμπολάχ, και στην Υεμένη υπέρ των Σιιτών ανταρτών Χούτι, το Ιράν μετατράπηκε στον μεγαλύτερο πονοκέφαλο του βασιλείου. Ειδικά ο εμφύλιος της Υεμένης δίνει στο Ιράν την δυνατότητα να κυκλώσει την Σ. Αραβία από δύο πλευρές. Η στήριξη στους Σουνίτες της Υεμένης κοστίζει στο βασίλειο σχεδόν 60$ δις τον χρόνο. Παράλληλα η κινητικότητα του Ιράν ωθεί την Σ. Αραβία σε νευρικές κινήσεις αντιπερισπασμού , όπως η εισβολή στο Μπαχρέιν το 2011, οι οποίες μειώνουν το κύρος της στην περιοχή. Αποτέλεσμα αυτής της ανασφάλειας είναι η απεμπλοκή της χώρας από την συριακή κρίση, η προσέγγιση με το στρατιωτικό καθεστώς του Αλ Σίσι στην Αίγυπτο, η αποστασιοποίηση από το κίνημα των Αδερφών Μουσουλμάνων, και η άτυπη συμμαχία με το Ισραήλ.

3) Ιράν

Το Ιράν είναι η ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη στην περιοχή. Η πολιτική του συνδυάζει την μετατροπή κάθε αμυντικού μηχανισμού σε επίθεση με όσο το δυνατόν λιγότερο κόστος. Εχοντας μια παραπαίουσα οικονομία λόγω των αμερικανικών κυρώσεων, το Ιράν ανέπτυξε μόνο του έναν σημαντικό αριθμό πυραύλων, διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό στην περιοχή, καθώς και ένα αξιόλογο εγχώριο δίκτυο διακυβερνητικής άμυνας.
Η πολιτική του Ιράν βασίζεται σε τρεις άξονες, οι οποίοι συνδέονται εύκολα μεταξύ τους, και χαλυβδώνει τον προπαγανδιστικό του μηχανισμό. Ο πρώτος άξονας αφορά την στήριξη όλων των Σιιτών στην ευρύτερη περιοχή. Από το Ιράκ μέχρι την Υεμένη, σιιτικές οργανώσεις και παραστρατιωτικοί μηχανισμοί εργάζονται για τα ιρανικά συμφέροντα. Ο δεύτερος άξονας στηρίζεται πάνω στην γνωστή αντιαποικιακή ρητορική που απευθύνεται εναντίον της Δύσης και των πρακτικών της, δημιουργώντας έτσι ένα ανομοιογενές αλλα αποτελεσματικό αντιαμερικανικό κυρίως στρατόπεδο. Ο τρίτος άξονας είναι αυτός που προβάλλει την χώρα στον ισλαμικό κόσμο ως τον μοναδικό προμαχώνα εναντίον των εχθρών του Ισλάμ, με ιδιαίτερη έμφαση αυτής της ρητορικής στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ.
Εχοντας να αντιμετωπίσει ως κύριο αντίπαλο στα σχέδια του την Σαουδική Αραβία, και μην μπορώντας οικονομικά να αντέξει επί ίσοις όροις έναν τέτοιο ανταγωνισμό, το Ιράν προωθεί τα σχέδια του μέσω ενός πολύπλοκου δικτύου σιιτικών οργανώσεων όπως προαναφέρθηκε, οικογενειακών δεσμών τοπικών παραγόντων, μέχρι και εγκληματικών συμμοριών. Οι ομάδες της Χεζμπολάχ σε Ιράκ και Λίβανο, η Χαμάς στο Ισραήλ, οι Χούτι στην Υεμένη, ο Ασσαντ στην Συρία, είναι παράγοντες και μοχλοί πίεσης, οι οποίοι υλοποιούν τμήμα των ιρανικών σχεδίων με όσο το δυνατόν λιγότερο κόστος. Εχει υπολογιστεί από την υπηρεσία του αμερικανικού υπουργείου εξωτερικών, ότι ανάμεσα στο 2012 και στο 2018, το Ιράν διέθεσε για την στήριξη αυτών των ομάδων μόλις 16$ δις, ποσό που καθιστά την επιδίωξη των πολιτικών του στόχων οικονομικά εφικτή. Παρόλα αυτά η ανάμειξη στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας κόστισε και κοστίζει αρκετά χρήματα, χρήματα τα οποία αρχίζουν και κάνουν αισθητή την απουσία τους από τα κρατικά ταμεία του Ιράν, το οποίο έχει να αντιμετωπίσει τις σκληρές αμερικανικές κυρώσεις.
Γεωπολιτικα, το Ιράν ουσιαστικά ελέγχει πλήρως το Ιράκ, μία χώρα με σιιτική πλειοψηφία, είναι μαζί με την Ρωσσία η εγγυήτρια δύναμη στην Συρία, και κινεί τα νήματα στον Λίβανο, ιδιαίτερα μετά την οικονομική κατάρρευση και τις ταραχές που ακολούθησαν στην χώρα τέλος του 2019, αρχές του 2020. Μετά την παραίτηση δε του προέδρου Χαρίρι,την κυβέρνηση ανέλαβε ο προσκείμενος στην Χεζμπολάχ Χασάν Ντιάμπ.
Παρά τις ελπίδες της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ για κυβερνητική αλλαγή στο εσωτερικό της χώρας, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψιν μία σημαντική συνισταμένη. Η εξωτερική πολιτική του Ιράν αποτελεί μία ιστορική συνέχεια που έχει 2500 χρόνια ρίζες. Στο ιστορικό υποσυνείδητο των Ιρανών, η περιοχή της εύφορης ημισελήνου κρατάει πάντα μια ξεχωριστή θέση ενός εθνικού σκοπού, μιας εθνικής ολοκλήρωσης. Αυτό έδειξε και το παλλαικό προσκήνημα στην κηδεία του στρατηγού Σουλειμάνι. Η κυβέρνηση κέρδισε πόντους λίγο πριν τις εκλογές του περασμένου Φεβρουαρίου. Μέσα στα πλαίσια αυτής της μόνιμης γραμμής εντάσσεται και η τουρκοιρανική προσέγγιση, η οποία βασίζεται στους κοινούς στόχους μιας οικονομικής συνεργασίας με βάση την ανταλλαγή εμπορευμάτων, μιας και οι τραπεζικές συναλλαγές λόγω των κυρώσεων είναι απαγορευτικές, και στην κοινή αντικουρδική πολιτική των δύο χωρών. Η τελευταία δήλωση από το Ιράν για την στήριξη των τουρκικών κινήσεων στην Λιβύη, δείχνει και το αγαστό πνεύμα αυτής της συνεργασίας προς το παρόν.

4) Ισραήλ

Αν το Ιράν αισθάνεται ότι βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, το Ισραήλ είναι όντως σε πολιορκία, από τον καιρό της ίδρυσης του ακόμη. Η αντιπαράθεση του με τους Αραβες έφερε την χώρα σε ένοπλη σύγκρουση με τις γειτονικές του χώρες, και καλλιέργησε ένα συλλογικό αίσθημα μόνιμης πολιορκίας. Ο λαός του Ισραήλ αισθάνεται εγκλωβισμένος ανάμεσα σε εχθρικά απέναντι του κράτη και στην θάλασσα. Η ίδια η γη που κατάφερε αρχικά να αποσπάσει το Ισραήλ για τον εαυτό του, ήταν μία άγονη λωρίδα γης ανάμεσα σε έρημο και θάλασσα, και με μια συστάδα εχθρικά διακείμενων κρατών απέναντι του. Η περίπτωσή του είναι μοναδική. Εκτός αυτού, οι Εβραίοι κάτοικοι του Ισραήλ, θεωρούνε πως η ολοκλήρωση του κράτους τους δεν μπορεί να επιτευχθεί αν δεν ενωθούν με αυτό οι ιστορικές περιοχές του αρχαίου βασιλείου του Ιούδα που αποτελούνται από εδάφη που το Ισραήλ κατέλαβε στους Αραβοισραηλινούς πολέμους, νομικά όμως δεν του ανήκουν. Σε αυτά τα εδάφη συμπεριλαμβάνεται και η ιστορική πρωτεύουσα του Εβραισμού, Ιερουσαλήμ.
Η αμυντική πολιτική του Ισραήλ βασίζεται σε δύο παράλληλους άξονες. Στην αναάπτυξη ενός αξιόμαχου στρατού όπου συμμετέχουν και τα δύο φύλλα, ενώ διατηρούν και το δόγμα της εθνοφρουράς μετά την θητεία, και η οποία ανάπτυξη συνοδεύεται από μία αμυντική βιομηχανία η οποία έχει γίνει μία από τις ισχυρότερες του κόσμου. Ο δεύτερος άξονας αποτελείται από την δημιουργία ενός πανίσχυρου δικτύου λόμπυ διασκορπισμένων σε όλο τον κόσμο, πρωτίστως όμως στις ΗΠΑ, όπου διακλαδώνεται μέσω διαφόρων εταιριών που ανήκουν κυρίως σε Ισραηλινούς ή Εβραίους της διασποράς. Με αυτό τον τρόπο μπορούν αποτελεσματικότερα να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στον πολιτικό κόσμο των ΗΠΑ πρωτίστως.
Τόσο το κράτος του Ισραήλ όσο και η κοινωνία του ταλανίζεται από τισ σχέσεις του Ερετς Ισραέλ με τους αραβόφωνους κατοίκους της χώρας, που αποκαλούνται Παλαιστίνιοι, και οι οποίοι έχουν παρουσία και στην ισραηλινή επικράτεια, αλλα΄και στην περιοχή των κατεχόμενων περιοχών. Σε κάθε δράση υπάρχει αντίδραση. Οι Παλαιστίνιοι διαρκώς διεκδικούν ένα ανεξάρτητο κράτος που θα περιλαμβάνει εδάφη που το Ισραήλ αρνείται να παραχωρήσει, οι ισραηλινές αρχές αντιδρούνε, συνέπεια της βίας που απελευθερώνεται είναι η προσπάθεια των ισραηλινών σταρτιωτικών αρχών να περιορίσουν τις δυνατότητες παλαιστινιακών εξεγέρσεων μέσω περιοριστικών μέτρων που απλώνονται σχεδόν σε όλο το φάσμα των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων. Αποτέλεσμα η περαιτέρω φτωχοποίηση των Αράβων,και η θυμική αντίδραση μέσα από εξεγέρσεις και ταραχές. Ολα αυτά έχουν τον αντίκτυπό τους στην ισραηλινή κοινωνία επίσης, η οποία ριζοσπαστικοποιείται περισσότερο, ακριβώς ότι συμβαίνει και στην αραβική κοινωνία. Είναι ένα μεγάλο δίλλημα για το Ισραήλ αν μπορέσει να επιτρέψει την δημιουργία εμνός παλαιστινιακού κράτους, και αν ναι τότε σε ποιο πλαίσιο και σε ποιο όριο. Η απόφαση 2334 που ελήφθη τον Δεκέμβριο του 2016 από το Συμβούλιο Ασφαλεείας του ΟΗΕ,και στο οποίο κύριο ρόλο έπαιξε η πρωτοβουλία της διοίκησης Ομπάμα να θέσει ένα ευκρινές όριο στα σχέδια Νετανιάχου για προσάρτηση των περιοχών της Δυτικής Οχθης, κυρήσει ως παράνομες τις ενέργειες προσάρτησης του Ισραήλ, με αποτέλεσμα να δημιουργεί νομικό προηγούμενο. Η κυβέρνηση Νετανιάχου αρνήθηκε κάθε συμμόρφωση όμως.
Η ισραηλινή κοινωνία είναι η μόνη δυτικότροπη κοινωνία της περιοχής, το Ισραήλ διαθέτει το μοναδικό ίσως καθαρά δημοκρατικό κοινοβουλευτικό σύστημα, όπως επίσης και μία από τις πλεόν εύρωστες οικονομίες, η οποία μάλλιστα δεν εξαρτάται καθόλου από τα δεσμά της μονολιθικότητας που παρέχει η εξάρτηση από το πετρέλαιο. Η εξωτερική του πολιτική σκοπό έχει την παρεμπόδιση οποιασδήποτε τοπικής δύναμης θελήσει να διεκδικήσει το μονοπώλιο της εξουσίας στην περιοχή, και να απειλήσει την ύπαρξή του. Σε συνδυασμό με την αμερικανική στήριξη προωθεί μία δική του ατζέντα στην περιοχή, η οποία ενίοτε συνδυάζεται και με στρατιωτικής φύσεως επεμβάσεις, όπως έπραξε στο παρελθόν σε Λίβανο και Συρία, και εν μέρει πράττει ακόμη. Ηταν ο κύριος μοχλός πίεσης κατά του Σαντάμ Χουσείν, όπως και κατά του Ιράν τώρα, ενώ η πίεση που άσκησε κατά του Ασσαντ είναι επισης γνωστή. Στον αντίποδα έχει άριστες σχέσεις με τις δυνάμεις που θέλουν να διατηρηθεί το σημερινό status quo, κυρίως την Σαουδική Αραβία, Αίγυπτο, ΗΑΕ. Η ανακάλυψη των υδρογονανθράκων στην περιοχή έδωσε μια νέα δυναμική στις διακρατικές σχέσεις της περιοχής, ανέδειξε κυρίως την αναγκαιότητα προσέγγισης Ισραήλ, Κύπρου, και Ελλάδος, δεν ήταν όμως ο καταλύτης. Οι κινήσεις της Τουρκίας ήδη εδώ και αρκετό καιρό έκαναν το Ισραήλ να νοιώθει άβολα, έτσι ώστε να γίνει αντιληπτό σε Αθήνα και Τελ Αβίβ ότι οι δύο χώρες είναι φυσικοί σύμμαχοι εκ των πραγμάτων, και έχουν να αντιμετωπίσουν κοινούς κινδίνους.

Egyptian Army Says it is Aware of Risks Facing the State | Asharq ...

5) Αίγυπτος

Η χώρα του Νείλου είναι η ανεπίσημη εκπρόσωπος του αραβικού κόσμου. Ο λόγος της έχει την μεγαλύτερη βαρύτητα, τα πολιτιστικά τεκταινόμενα στην χώρα αποτελούν την πυξίδα εξέλιξης των υπόλοιπων αραβικών χωρών, τα πανεπιστήμιά της είναι ο γνώμονας πνευματικής κατεύθυνσης για όλα τα αραβικά πνευματικά ιδρύματα. Η χώρα με την πιο βαρειά παράδοση στους πολιτικούς αγώνες των αραβικών λαών , έχει να αντιμετωπίσει μία σχεδόν μόνιμη οικονομική κρίση, αποτέλεσμα κακών χειρισμών και διαφθοράς, και μία συνεχώς διογκούμενη λαική αντίδραση ενός πολυάριθμου νεανικού πληθυσμού που διαθέτει ευήκωα ώτα προς τις σειρήνες του Κινήματος των Αδερφών Μουσουλμάνων. Παράλληλα έχει να αντιμετωπίσει μία διαρκώς αυξανόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας η οποία πλέον αμφισβητεί ανοιχτά το επίσημο κύρος της Αιγύπτου στην περιοχή με την ανάμειξή της στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης. Η κυβέρνηση Σισι δεν στέκεται καλά στην καρέκλα της. Ηρθε στην εξουσία κατόπιν στρατιωτικού πραξικοπήματος που ανέτρεψε την προηγούμενη κυβέρνηση του Μόρσι, ο οποίος διείκετο φιλικά προς τους Αδερφούς Μουσουλμάνους. Το πραξικόπημα έγινε με τις ευλογίες των Αμερικανών, και στέρησε από την Τουρκία έναν εν δυνάμει σύμμαχο. Ο στρατός όμως της χώρας έχει γεμάτα χέρια με την τήρηση της τάξεως και το ισλαμικό αντάρτικο στην χερσόνησο του Σινά, για να μπορεί να αναλάβει μεγαλύτερη δράση εναντίον ενός ισχυρού αντιπάλου, έστω και εάν αυτός ο αντίπαλος διεκδικεί δικές της σφαίρες επιρροής, όπως γίνεται τώρα στην Λιβύη. Τα πράγματα δυσχαιρένουν για την κυβέρνηση Σίσι, στην περίπτωση που η τουρκική πρωτοβουλία θεωρηθεί στο εσωτερικό της χώρας ως απευθείας πρόκληση που απαιτεί απάντησης. Οποιοσδήποτε θερμοκέφαλος θα μπορούσε με έναν πύρινο λόγο να δυναμιτίσει κυριολεκτικά το κλίμα, και να δημιουργήσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις, στις οποίες η κυβέρνηση θα είχε λίγες δυνατότητες ελιγμών.

cognoscoteam.gr

Shares