Παρασκευή , 29 Μαρτίου 2024
Τελευταία Νέα

Διώχνουμε… διακριτικά την ExxonMobil και τη γαλλική TOTAL από την Ελλάδα;

Εξελίξεις οι οποίες θα μπορούσαν να ισοδυναμούν ισοδυναμούν με πρόθεση εύσχημης “έξωσης” από την Ελλάδα των ενεργειακών κολοσσών ExxonMobil (ΗΠΑ) και TOTAL (Γαλλία) καταγράφονται τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να εγείρονται σοβαρότατα πολιτικά ζητήματα στο εσωτερικό της χώρας. Αρχικά, η κυβέρνηση οφείλει να διασαφηνίσει τις προθέσεις της. Διότι εάν η υποψία τεκμηριωθεί, θα πρέπει να εξηγήσει με βάση ποια στοιχεία θεωρεί ότι ο ελληνικός λαός της έχει παραχωρήσει εντολή άσκησης τέτοιας πολιτικής. Το θέμα είναι ενδεχομένως πιο σοβαρό ακόμα και από την αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού

Η αρχή έγινε από τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, μιλώντας προς το “Arab News”. Ο Έλληνας ΥΠΕΞ προέβη σε δηλώσεις απαξίωσης της προοπτικής εντοπισμού και αξιοποίησης υδρογονανθράκων στον ελληνικό χώρο, με βάση ένα δικό του “πράσινο όραμα” για τη χώρα.

Αφενός δεν έχει μπει στον κόπο μέχρι στιγμής να εξηγήσει για ποιον λόγο το πιο “πράσινο μέλλον” απαγορεύει τη μεταβατική αξιοποίηση των υδρογονανθράκων και αφετέρου, πόθεν προκύπτει ότι ο υπουργός Εξωτερικών μιας χώρας δικαιούται αν εκφράζει κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψης προσωπικές απόψεις και όχι την κυβερνητική πολιτική.

Το ότι οι απόψεις αυτές δεν εκπροσωπούν την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, συνάγεται από την όχι και τόσο πειστική προσπάθεια ανασκευής των καταγεγραμμένων δηλώσεων από το υπουργείο Εξωτερικών. Εξάλλου, ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει κάνει λόγο για το φυσικό αέριο ως “μεταβατικό καύσιμο” στον δρόμο για μια οικονομία… “μηδενικών εκπομπών” διοξειδίου του άνθρακα (CO2).

Οι δηλώσεις του Δένδια ήταν εξαιρετικά “ύποπτες” και λόγω του γεωγραφικού σημείου από το οποίο επελέγη για να πραγματοποιηθούν. Η Σαουδική Αραβία είναι μια πετρελαιοπαραγωγός χώρα. Κατά συνέπεια, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το συμφέρον της σε σχέση με την προοπτική εντοπισμού και αξιοποίησης υδρογονανθράκων και από την Ελλάδα στη Μεσόγειο, κινούνται παράλληλα με αυτά της Ρωσίας.

Κι αυτό υπό την έννοια ενός καλού πελάτη που θα χαθεί (η Ελλάδα δαπανά περί τα 10 δισ. ευρώ ετησίως για την εισαγωγή ενέργειας από διάφορους προμηθευτές), ο οποίος θα κινηθεί και ανταγωνιστικά προς τα σαουδαραβικά συμφέροντα, καθώς με το ενεργειακό πλεόνασμα που εκτιμάται ότι μπορεί να αποδειχθεί μεγάλο, θα αποσπάσει δυνητικές αγορές για τους σαουδαραβικούς υδρογονάνθρακες.

Κατά συνέπεια, το ερώτημα που εγείρεται και οφείλει να βρει ξεκάθαρη απάντηση από την ελληνική κυβέρνηση, είναι εάν έχει τεθεί το θέμα στο πλαίσιο των στρατηγικών δεσμών με το βασίλειο των Σαούντ και ποια είναι η επιθυμία – επιδίωξη της πλευράς των Σαουδαράβων. Σε μια περιοχή (Μεσόγειος) όπου Ισραήλ και Αίγυπτος προχωρούν ταχύτατα στην αξιοποίηση δικών του κοιτασμάτων, είναι απίθανο η Σαουδική Αραβία να μην βλέπει αυτές τις εξελίξεις ανταγωνιστικά.

Το θέμα όμως είναι ποια περιθώρια υπάρχουν στις σχέσεις με κάθε πλευρά. Σε ποιο σημείο κάθε κυρίαρχο κράτος βάζει τις κόκκινες γραμμές του. Με δεδομένη την χωρίς οικονομική λογική και όρια “πράσινη προδιάθεση” που υπάρχει σχεδόν οριζόντια στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, το ερώτημα είναι εάν η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρήκε ένα πρόσχημα για να επιχειρήσει να βραχυκυκλώσει εύσχημα τη διαδικασία ερευνών και αξιοποίησης υδρογονανθράκων στη χώρα.

Το ποιοι εντός κι εκτός της χώρας επωφελούνται διαχρονικά από τη διατήρηση της Ελλάδας σε ρόλο πελάτη στον τομέα της ενέργειας, έχει καταγραφεί αρκετές φορές και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναφοράς εδώ, για λόγους “οικονομίας” της ανάλυσης. Όμως, το θέμα είναι εξόχως σοβαρό και αφορά το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας.

Από το να εκταμιεύει 10 και πλέον δισ. ευρώ ετησίως για εισαγωγές ενέργειας, όχι μόνο να τα εξοικονομήσει, αλλά και να καταγράψει σημαντικά κέρδη τα οποία σε βάθος χρόνων ανέρχονται σε ιλιγγιώδη ποσά, το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει μια πραγματικά δημοκρατική κυβέρνηση, θα ήταν δημοψήφισμα.

Σε μια περίοδο που ούτε η επιστημονική κοινότητα μπορεί να συμφωνήσει απαντώντας στο ερώτημα ποιο θα είναι το “αποτύπωμα” της πράσινης οικονομίας, καθώς δεν πρόκειται να ακυρώσει την ανάγκη για υδρογονάνθρακες, το να βρίσκεται μια χώρα – δυνητικός προμηθευτής και να παραιτείται εκ προοιμίου από δυσθεώρητα έσοδα, δεν έχει καμία απολύτως “εθνικά λογική” ερμηνεία. Άλλες μπορούν να υπάρξουν, αλλά σε ευνομούμενες χώρες θα απασχολούσαν το σύστημα απονομής δικαιοσύνης

Σαν να μην έφτανε αυτό, στην ίδια συγκυρία των δηλώσεων, διαρρέεται στα μέσα ενημέρωσης, ότι η νέα ηγεσία των Ελληνικών Πετρελαίων εξετάζει το ενδεχόμενο παραίτησης από τα δικαιώματα που έχει λάβει μαζί με άλλες ενεργειακές εταιρίες, μεταξύ των οποίων και οι ενεργειακοί κολοσσοί ExxonMobil και Total, που προέρχονται από στρατηγικούς συμμάχους της χώρας, τις ΗΠΑ και τη Γαλλία. Κατά συνέπεια, ένα πρώτο ερώτημα που εγείρεται είναι πως γίνονται αντιληπτές αυτές οι προθέσεις από τους συμμάχους…

Το δεύτερο ερώτημα που οφείλουν να απαντήσουν οι υπεύθυνοι των ΕΛΠΕ είναι ποιο θα ήταν το μήνυμα που θα έστελνε στους ενεργειακούς κολοσσούς η στάση της ελληνικής “ημι-κρατικής” (το Δημόσιο διορίζει τη διοίκηση) εταιρίας. Σε συνδυασμό με τις απίθανες χρονικά καθυστερήσεις, με διάφορα προσχήματα, που σημειώνονται στις διαδικασίες έγκρισης των ερευνών.

Διότι οι μεγάλες εταιρίες δεσμεύουν δισεκατομμύρια δολάρια για τις έρευνες και δεν μπορούν να περιμένουν στο διηνεκές το κράτος να αποδείξει τη βούλησή του. Στις ευνομούμενες χώρες και στο διεθνές περιβάλλον, οφείλουν να δίνουν λόγο στους μετόχους τους. Και όποιος στην Ελλάδα διανοηθεί να εγείρει περιβαλλοντικά ζητήματα στις ενστάσεις του, καλό θα ήταν να δηλώσει ευθαρσώς ότι θεωρεί τον εαυτό του πιο ευαίσθητο στα περιβαλλοντικά ζητήματα από τους Νορβηγούς. Η κοροϊδία στην Ελλάδα θα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο πρώην επικεφαλής των ΕΛΠΕ, Γρηγόρης Στεργιούλης, παραχώρησε συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό “Στο Κόκκινο”, όπου εξέφρασε την ανησυχία του για τις δυο εξελίξεις συνδυαστικά. Τις δηλώσεις Δένδια από την πετρελαιοπαραγωγό Σαουδική Αραβία και τη διαρροή των προθέσεων της ηγεσίας των Ελληνικών Πετρελαίων. Η συνέντευξη αναπαράχθηκε με τη μορφή ρεπορτάζ από την εφημερίδα “ΑΥΓΗ”, όπου παρατίθεται και ηχητικά η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη.

Το ρεπορτάζ αυτό δεν γράφτηκε με σκοπό να υποστηρίξει ότι η Ελλάδα έχει λάβει απόφαση να απόσχει από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της. Στόχος είναι το να τεθούν τα σωστά ερωτήματα και να τονιστεί με κάθε τρόπο, ότι η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να διευκρινίσει τις προθέσεις της.

Ακόμα κι αν πρόθεση των ΕΛΠΕ είναι να αποχωρήσουν από τα χερσαία “οικόπεδα” και τον Πατραϊκό, δεν δικαιούνται να το πράξουν με πειστική επιχειρηματολογία απέναντι σε όλους. Απέναντι στην ελληνική κοινωνία, κυρίως όμως εξηγώντας ποιες είναι οι δυνητικές απώλειες από τέτοια απόφαση για τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική οικονομία. Τόσο σε όρους δημιουργίας θέσεων εργασίας όσο και εσόδων που θα εισέρρεαν στην περιοχή και τον προϋπολογισμό, βοηθώντας στην οικονομική ανάπτυξη, ώστε να σταθμιστούν απέναντι στα όποια αντεπιχειρήματα, περιβαλλοντικά ή άλλα.

Διότι το θέμα αυτό σχετίζεται και με το -σε γενικές γραμμές- ελλειμματικό ενδιαφέρον για την έννοια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) στην Ελλάδα, το οποίο με τη σειρά του σχετίζεται με την ελληνική πολιτική απέναντι στην Τουρκία, μια χώρα που δε διστάζει να τσαλαπατήσει κάθε έννοια του διεθνούς δικαίου της θάλασσας για να ελέγξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της Μεσογείου γεωστρατηγικά και ασφαλώς τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές.

Τέτοια ζητήματα στρατηγικής σημασίας, απαιτούν ξεκάθαρη βούληση και στρατηγική από τα κράτη για να προχωρήσουν. Μόνο έτσι εξασφαλίζονται οι απαραίτητες συμμαχίες, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι υδρογονάνθρακες θα αποδειχθούν ευλογία και όχι κατάρα. Το αιώνιο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι η πολιτική βούληση είναι εξαιρετικά ασαφής και συχνά οι διακηρύξεις δεν συνοδεύονται από ανάλογες πράξεις.

defence-point.gr

Shares