Σάββατο , 20 Απριλίου 2024

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ-Μπαράζ εξαγορών στον τουρισμό: 18 ξενοδοχεία «άλλαξαν χέρια» – Ποιο είναι στα Χανιά! Συμμετοχή από Σαουδάραβες “κροίσους” προσπαθεί να εξασφαλίσει το Ριάντ…. (ΟΝΟΜΑΤΑ)

Σε χρονιά των «μεγάλων deals» εξελίσσεται το 2019 για τον ελληνικό τουρισμό. Παρά τα σημάδια κόπωσης που αρχίζει να εμφανίζει, ύστερα από τα αλλεπάλληλα «ρεκόρ» αφίξεων των προηγούμενων χρόνων, μια σειρά εγχώριων και ξένων επενδυτών, διεθνούς βεληνεκούς συνεχίζουν να επενδύουν στον κλάδο και στις προοπτικές του.Υπολογίζεται, μάλιστα, πως από την αρχή του έτους μέχρι και τον Σεπτέμβριο διατέθηκαν κεφάλαια ύψους άνω των 500 εκατ. ευρώ για εξαγορές 18 ξενοδοχείων σε όλη τη χώρα, μεταξύ των οποίων και ένα στα Χανιά. Δεν αποκλείεται το νούμερο να μεγαλώσει και άλλο μέχρι το τέλος της χρονιάς, με δεδομένο πως εξακολουθεί να υπάρχει ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για ελληνικά ξενοδοχεία.

Από τις πιο ηχηρές κινήσεις ήταν η εξαγορά πέντε ξενοδοχείων της Louis Group από την Hotel Investment Partners (HIP), έναντι τιμήματος – μαμούθ που πλησίασε τα 180 εκατ. ευρώ!

Η HIP, η οποία ανήκει στον επενδυτικό κολοσσό της Blackstone απέκτησε τον περασμένο Σεπτέμβριο, το Creta Princess στα Χανιά, το Corcyra Beach και το Grand Hotel στην Κέρκυρα, το Zante Beach και το Plagos Beach στην Ζάκυνθο, συνολικής δυναμικότητας 1.464 δωματίων.

Η HIP είναι σήμερα ο τρίτος μεγαλύτερος επενδυτής σε ευρωπαϊκά ξενοδοχεία, μετά την Pandox και την Covivio, με πάνω από 65 ξενοδοχεία στη Μεσόγειο σκοπεύει να διαθέσει περισσότερα από 50 εκατ. ευρώ, για να μετατρέψει τις συγκεκριμένες μονάδες «σε ναυαρχίδες».

Αίσθηση προκάλεσε και η απόκτηση του ξενοδοχείου Hilton από την οικογένεια Κωνσταντακόπουλου, ιδιοκτήτρια του «Costa Navarino» στην Καλαμάτα. Συγκεκριμένα, η TEMEΣ εξαγόρασε το 51% της εταιρείας Ιονική Ξενοδοχεία και Επιχειρήσεις Α.Ε που διαχειρίζεται η Hilton στην Αθήνα, από τον τούρκικο όμιλο Dogus, ενώ το 49% απέκτησε εταιρεία συνδεδεμένη με τον Όμιλο Olayan. Η ΤΕΜΕΣ θα επενδύσει 50 εκατ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό του Hilton Athens ενώ οι εργασίες ανακατασκευής αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2021.

Από τα deals που συζητήθηκαν ήταν και η εξαγορά του «Τιτάνια» από την βρετανική εταιρεία L + R Hotels. Το τίμημα, σύμφωνα με στοιχεία της Deloitte, ανήλθε σε 50 εκατ. ευρώ. Η L + R Hotels ελέγχει και το Amathus Hotels Rhodes στη Ρόδο ενώ συνολικά διαχειρίζεται 17.000 δωμάτια στο Ηνωμένο Βασίλειο την υπόλοιπη Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Καραϊβική.

Μια ακόμη πρωτοβουλία που ξεχώρισε ήταν η εξαγορά του πολυτελούς ξενοδοχείου Mr & Mrs White Tinos στην Τήνο από την BriQ Properties, έναντι τιμήματος σχεδόν 3 εκατ. ευρώ. Το Mr & Mrs White Tinos έχει δυναμικότητα 60 δωματίων και είναι μισθωμένο στην Hotel Brain.

Μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του 2019 ολοκληρώθηκε και η μεταβίβαση στον όμιλο Μήτση του Grand Hotel στην Ρόδο. Είχε προηγηθεί ανοικτός πλειοδοτικός διαγωνισμός από την Εθνική Τράπεζα, στον οποίο επικράτησε ο ελληνικός όμιλος, καταβάλλοντας 50 εκατ. ευρώ.

Το συγκεκριμένο ξενοδοχείο, το οποίο που είναι γνωστό και ως «Αστέρας Ρόδου», κατασκευάστηκε το 1960 και διαθέτει συνολικά 417 δωμάτια, ενώ έχει εμπορικούς χώρους επιφάνειας 40 χιλ. τ.μ, τρεις υπαίθριες πισίνες και γήπεδο τένις επί οικοπέδου 22 στρεμμάτων.

Τα κόκκινα δάνεια και το φρένο στο Airbnb

Στην τελική ευθεία τέλος φέρεται να βρίσκεται η απόκτηση δύο μονάδων στην Κρήτη από την Hines και δεν αποκλείεται η συμφωνία να κλείσει ακόμη και μέσα στην τρέχουσα χρονιά. Το αμερικάνικο Fund που επένδυσε το 2017 στην αγορά του πρώην ξενοδοχείου Athens Ledra στη Λεωφόρο Συγγρού (σήμερα λειτουργεί ως Grand Hyatt), εμφανίζεται να ενδιαφέρεται για δύο ξενοδοχεία του ομίλου Μαμιδάκη. Πρόκειται για τα ξενοδοχεία Coral και Ερμής, που μεταβιβάζονται μέσω της διαδικασίας αναδιάρθρωσης του ομίλου Μαμιδάκη.

Η διάθεση που δείχνουν κορυφαίοι ξένοι επενδυτές, οι οποίοι διαχειρίζονται δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια οφείλεται σύμφωνα με αναλυτές στις προοπτικές του ελληνικού τουριστικού προϊόντος – η Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής στους τουρίστες ανά τον κόσμο- αλλά και η ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία δημιουργεί νέες ευκαιρίες.

Ρόλο παίζει και η πίεση που δέχονται αρκετοί υφιστάμενοι ιδιοκτήτες. Είναι ενδεικτικό ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των ξενοδοχείων ανέρχονται σήμερα σε περίπου 2,8 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 30% των συνολικών δανείων του κλάδου.

Θετικά μετράει και η βούληση της κυβέρνησης να οριοθετήσει το Airbnb, το οποίο έχει πλήξει σοβαρά τον κλάδο. Τα μέτρα εκτιμάται πως θα αποθαρρύνουν αρκετούς από τους υφιστάμενους και επίδοξους ιδιοκτήτες ακινήτων να ασχοληθούν με την φιλοξενία τουριστών και παράλληλα θα βάλουν φρένο στον αθέμιτο ανταγωνισμό. Αυτά διαβάσαμε στο  mononews.gr.

Ποιoς όμως είναι ο όμιλος Olayan με τα χαρακτηριστικά γραφεία στην παραλιακή της Γλυφάδας (φωτο εξωφύλλου) και το Μαρούσι;

Αποτέλεσμα εικόνας για olayan"

Πρόκειται για τους Olayan που έχουν εγκατεστημένα τα αρχηγεία τους στη Γλυφάδα και στο Μαρούσι αντίστοιχα.
Η οικογένεια Olayan, με περιουσία που υπολογίζεται από το αμερικανικό περιοδικό Forbes κοντά στα 12 δισ. δολάρια, έχει από παλιά δεσμούς με την Ελλάδα.
Ήδη από το 1975 έχει μεταφέρει εδώ το μεγαλύτερο τμήμα της διεθνούς δραστηριότητάς της, που μέχρι τότε στεγαζόταν στη Βυρηττό.
Η επιλογή της Αθήνας ως έδρα της εταιρίας δεν είναι τυχαία.
Ο Κ. Olayanν έχει ελληνικές ρίζες, καθώς είναι γιος του Σαουδάραβα δισεκατομμυριούχου S. Olayan και της Μαίρης Περδίκη.
Η ελληνική Olayan Investments Company Establishment (OICE) στεγάζεται σε ένα εντυπωσιακό κτίριο στη Γλυφάδα και αποτελεί τη μητρική ενός δικτύου θυγατρικών εταιριών που εκτείνονται από το Ριάντ ως τη Βιέννη, το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη.
Ορισμένες από τις πιο γνωστές τοποθετήσεις του Olayan Group αφορούν συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο επιχειρηματικών κολοσσών, όπως της The Coca-Cola Bottling Company και της αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, αλλά και χρηματοοικονομικών ομίλων όπως της J.P. Morgan και της Credit Suisse.
Στην Ελλάδα, η εταιρία έχει παρουσία στην Chipita από το 1992 και η ΤΕΜΕΣ που διαχειρίζεται το Costa Navarino, ενώ για μακρά περίοδο συνεργάστηκε με την επενδυτική εταιρεία Global Finance.
Το εμπορικό σκέλος του επενδυτικού κολοσσού αποτελείται από περισσότερες από 40 εταιρείες στη Σαουδική Αραβία και τη Μέση Ανατολή που δραστηριοποιούνται στη διανομή, την κατασκευή, τη βιομηχανία, την ενέργεια και τις υπηρεσίες.
Μάλιστα οι Olayan είναι οι πλουσιότεροι Σαουδάραβες, εκτός της βασιλικής οικογένειας.
Μετά και τον θάνατο του Sulliman Saleh Olayan, στο θρόνο της επιχειρηματικής αυτοκρατορίας έχει ανέβει ο γιος του Khaled Olayan.
Ο Khaled έχει επίσης τρεις αδελφές..
Οι απαρχές τού ομίλου εντοπίζονται στα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ανάληψη του έργου κατασκευής του πρώτου παναραβικού αγωγού πετρελαίου, που ο Sulliman Saleh Olayan πήρε μαζί με τους Αμερικανούς εταίρους του, την Bechtel.
Οι δύο από τις αδελφές του Khaled, η Lubna και η Hutham, συμμετείχαν ή συμμετέχουν ακόμα στα διοικητικά συμβούλια ή άλλες επιτροπές παγκόσμιων επενδυτικών οίκων, όπως η Citigroup, η Credit Suisse, η Morgan Stanley και η Blackstone αλλά και η Rolls-Royce, ενώ η τρίτη αδελφή, η Hayat, διατηρεί χαμηλό προφίλ. Σε αντίθεση δηλαδή με τη Lubna, η οποία έχει κοσμήσει και τα πρωτοσέλιδα του «Time», του «Forbes» και άλλων περιοδικών ως μία από τις ισχυρότερες γυναίκες του κόσμου.
Η Lubna έχει τη θέση του CEO στον επενδυτικό βραχίονα του ομίλου, την Olayan Financing Company που είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στα χρηματιστήρια της Σαουδικής Αραβίας και όλης της Μέσης Ανατολής.
Είναι παντρεμένη με τον μακρινής ελληνικής καταγωγής Αμερικανό νομικό John Xefos, με τον οποίο έχει αποκτήσει τρεις κόρες που ζουν στο Ριάντ και επισκέπτονται συχνά την Ελλάδα.
Τον Μάρτιο του 2017 η οικογένεια Olayan ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να πουλήσει μετοχές εταιριών της μέσω δημόσιας προσφοράς.
Η Olayan Financing διαχειρίζεται περισσότερες από 40 εταιρείες στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένου του περιφερειακού franchise της Burger King. (πηγή bankingnews)

IPO της Saudi Aramco: Συμμετοχή από Σαουδάραβες "κροίσους" προσπαθεί να εξασφαλίσει το Ριάντ

Όσον αφορά το IPO και το Ριαντ με τα πετρέλαια αξίζει να διαβάσουμε τι λέει ο capital για το θέμα.

Δεσμεύσεις για συμμετοχή στην Αρχική Δημόσια Πρόταση (IPO) του πετρελαϊκού κολοσσού Saudi Aramco από Σαουδάραβες “κροίσους” προσπαθεί να εξασφαλίσει το Ριάντ, στοχεύοντας μεταξύ άλλων στην οικογένεια Olayan και στον πρίγκιπα Alwaleed Bin Talal, όπως αναφέρουν στο πρακτορείο Bloomberg πηγές με γνώση του ζητήματος.

Οι δισεκατομμυριούχοι Olayan, που διαθέτουν σημαντικό μερίδιο στο όμιλο της Credit Suisse, εξετάζουν την αγορά μετοχών της Aramco αξίας εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ ο πρίγκιπας Alwaleed έχει ήδη διεξαγάγει διαπραγματεύσεις για σημαντική συμμετοχή του στην IPO, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές.

Οι ιθύνοντες της Aramco επιζητούν μεταξύ άλλων και τη συμμετοχή στην IPO της οικογένειας των Almajdouie, των οποίων οι δραστηριότητες εκτείνονται από την αντιπροσωπεία των αυτοκινήτων της Hyundai στη Σαουδική Αραβία έως και μεγάλες επιχειρήσεις logistics. Έχουν επίσης προσεγγίσει μέλη της φυλής των Al-Turki, που έχουν μεγάλες δραστηριότητες στους κλάδους του real estate, του εμπορίου, των τροφίμων και των λιμενικών υπηρεσιών.

Ορισμένα μέλη των οικογενειών στις οποίες απευθύνεται το Ριάντ προκειμένου να λάβουν μέρος στην Αρχική Δημόσια Προσφορά του πετρελαϊκού κολοσσού είχαν δει μέλη τους να κρατούνται στο ξενοδοχείο Ritz-Carlton το 2017, κατά τη διάρκεια επιχείρησης καταστολής της διαφθοράς, στην οποία είχε πρωτοστατήσει ο θεωρούμενος ως ο πλέον ισχυρός άνδρας της χώρας, πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν.

Οι ακριβείς δεσμεύσεις των Σαουδαράβων κροίσων ενδέχεται να κριθούν τελικώς από την τελική αποτίμηση στην οποία θα προχωρήσει η Aramco, σημειώνουν οι πηγές του Bloomberg. O πρίγκιπας διάδοχος είχε επιμείνει για καιρό ότι η πραγματική αποτίμηση της εταιρείας αγγίζει τα 2 τρισ. δολ., ωστόσο πολλοί διαχειριστές ξένων funds έχουν “ραπίσει” τη συγκεκριμένη εκτίμηση, την οποία πιθανολογείται τελικώς ότι θα εγκαταλείψει και το ίδιο το σαουδαραβικό κράτος.

Τόσο η διοίκηση της Aramco, όσο και εκπρόσωπο του ομίλου Olayan και της εταιρείας του πρίγκιπα Alwaleed, Kingdom, αρνήθηκαν να σχολιάσουν, ενώ το ίδιο ίσχυσε και για εκπροσώπους μίας εκ των εταιρειών της ευρύτερης οικογένειας – φυλής των Al-Turki family.

Άλλοι επενδυτές από το εξωτερικό, πάντως, έχουν εμφανιστεί σκεπτικιστές έναντι της IPO. Διαχειριστές χρημάτων όπως η AllianceBernstein και η Union Investment Privatfonds, με έδρα τη Φρανκφούρτη, θεωρούν ότι ο ενεργειακός γίγαντας της Σ. Αραβίας αξίζει ακόμη λιγότερο από 1,7 τρισ. δολ., αξία στην οποία η Σαουδική Αραβία μοιάζει έτοιμη να συμβιβαστεί. Ανησυχούν επίσης ότι η κυβέρνηση του Ριάντ δεν πρόκειται να παραχωρήσει ιδιαίτερο λόγο στην πορεία της εταιρείας στους μετόχους μειοψηφίας, ενώ και τα γεωπολιτικά ρίσκα της ευρύτερης περιοχής βαρύνουν στις εκτιμήσεις τους.

Ο επικεφαλής του Canada Pension Plan Investment Board, του μεγαλύτερου συνταξιοδοτικού ταμείου του Καναδά, ανέφερε αυτή την εβδομάδα ότι η IPO της Aramco δεν βρίσκεται στα ραντάρ των ενδεχόμενων επενδύσεών του.

Το κρατικό επενδυτικό fund της Ρωσίας επίσης δεν προβλέπεται να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στη σαουδαραβική κρατική εταιρεία, καθώς οι δραστηριότητες στους τομείς πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες στην ίδια τη Ρωσία.

Shares